Όταν με χάσεις, τότε πια θα με ζητήσεις...

Όταν με χάσεις, τότε πια θα με ζητήσεις...

Με αφορμή την απώλεια του Σπύρου Ζαγοραίου, οι «Ρετρό ιστορίες» θυμούνται μια επεισοδιακή βραδιά που ξεκίνησε από ένα εμπρηστικό ...τρίποντο και τέλειωσε με ένα ηρωικό μεθύσι, υπό τους ήχους ενός, συγκεκριμένου και λατρεμένου τραγουδιού του ξεχωριστού δημιουργού και ερμηνευτή.

Κατ΄αρχάς, να σημειώσω πως γράφω «ερμηνευτή» και όχι «τραγουδιστή» συνειδητά. Όποιος έχει δει και ακούσει τον Ζαγοραίο σε ...πρόζα, καταλαβαίνει τι εννοώ. Τραγούδι βγαλμένο από την ψυχή, μέσα από το μεταλλικό μπουρί που επιστημονικά -και μόνο- θα μπορούσε να χαρακτηριστεί «λαρύγγι». Έφυγε κι αυτός ο γίγαντας του λαϊκού μας τραγουδιού, αλλά θα είναι πάντα εδώ, μέσα από τις ασύγκριτες ερμηνείες του, μέσα από το λυγμό του, τη «μαγκιά» του, την κληρονομιά του...

Στην ιστορία μας...

Εκείνο το καλοκαίρι η παλιοπαρέα το είχε ρίξει στο μπάσκετ, κυρίως επειδή οι ...μισητοί και αιώνιοι αντίπαλοί μας το είχαν ρίξει κι αυτοί στο μπάσκετ. Αφού σε βάθος χρόνων τους είχαμε κάνει πελάτες στο ποδόσφαιρο και μετά τους ξεφτιλίσαμε και στο βόλεϊ (σημείωση: αυτοί ήξεραν βόλεϊ, εμείς όχι), έπρεπε να βρούμε νέο πεδίο δόξης (και ...λόξης) και με το συγκεκριμένο πεδίο ...μας διευκόλυναν. Ήμουν καλός λέμε (μετέπειτα και ...διεθνής), τα έχουμε ξαναπεί και δεν μου αρέσει να περιαυτολογώ. Παιχτούρα ήμουν, το φελέκι μου μέσα! (παινεύω το σπίτι μου γιατί μου έχει βγάλει κάτι υγρασίες τελευταία). Ημίθεος και βάλε! (να γράψω την ιστορία μήπως, αφού δεν περιαυτολογώ;). Καλά, πείτε με απλά «θεούλη» και πάμε παρακάτω...

Τέλος καλοκαιριού ήταν, εγώ τα βράδια συνήθως μεθούσα για μια χαμένη αγάπη, ο Παππούς τα βράδια συνήθως μεθούσε για μια χαμένη αγάπη (τη δική μου - μου συμπαραστεκόταν), ο Φώτης τα βράδια συνήθως μεθούσε επειδή είχε μπλέξει με κάτι καμώματα της νύχτας σε ευαγή ιδρύματα (σιγά μη μεθούσε για όλες τις χαμένες του αγάπες - θα είχε γίνει συνέταιρος με τον Μπαλαντάιν), ο Δεμπασκαλάς τα βράδια συνήθως σέρβιρε στον καφενέ του Μπάφα εκείνους που μεθούσαν για μια χαμένη αγάπη (εμένα και τον Παππού, που πίναμε για τη δική μου χαμένη αγάπη) κι ο Πέτρος ο Αρμένης ήταν μεθυσμένος από έρωτα και μας έκανε όλους περήφανους ως παρέα: κανόνιζε τη Μάγδα, που ήταν αδερφή του αρχηγού των αντιπάλων μας. Από πουθενά δεν μας γλίτωναν. Όπου τους βρίσκαμε, τους ...αγαπούσαμε!

Παίζαμε μπάσκετ, λοιπόν, στο τελευταίο ματς της σεζόν, λίγο πριν η λήξη των διακοπών στείλει τον κάθε ...μπασκετμπολίστα στον πάγκο του. Ελλείψει χρονομέτρου, παίζαμε στα 100. Κερδίζαμε 97-96, αλλά με τον Πέτρο να χαζεύει τα μάτια της Μάγδας στην εξέδρα (εκείνη υποστήριζε, πάντως, τον αδερφό της και την παρέα του) και τον Φώτη να μην έχει ξενερώσει από το μεθύσι της προηγούμενης, ήταν σαν να παίζαμε με τρεις. Ίσως ήταν η πρώτη φορά που φοβήθηκα πως θα χάσουμε από δαύτους και θα το έχουμε βάρος στη συνείδησή μας όλο το χειμώνα. Έτσι, πήρα δραστικά μέτρα. Κατέβασα την μπάλα προστατεύοντάς τη με το σώμα, ήρθε ένας κοντοπούτανος να με μαρκάρει (μου είχε τσακίσει τα χέρια σε όλο το ματς), τον ρωτάω «πόσο είναι;», μου απαντάει «κερδίζετε ένα πόντο», τον ξαναρωτάω «στα πόσα παίζουμε;», μου ξαναπαντάει «στα 100», τον ξαναματαρωτάω «πόσα έχουμε;», μου ξαναματαπαντάει «97», γυρίζω πρόσωπο, του λέω «και τρία 100», σηκώνομαι μπροστά του σχεδόν από τα 9-10 μέτρα και ...100!

Πριν προλάβουν να έρθουν κοντά οι δικοί μου να το πανηγυρίσουμε, ο κοντοπούτανος μου σκάει την μπάλα στη μούρη και μου λέει «ήταν πούστικο». Αφού τον ρώτησα με ...τακτ και όλους τους καλούς μου τρόπους αν είχε αμφιβολίες περί του ανδρισμού μου, τον ξάπλωσα στο τερέν και μέσα σε δευτερόλεπτα με βαράγανε ...όλοι οι αντίπαλοι (μέχρι κι ο κοντοπούτανος πρέπει να σηκώθηκε και να βάραγε, γιατί το επόμενο πρωί βρήκα μια μελανιά ψηλά στο μπούτι - είμαι σίγουρα, αυτός μου την έκανε, δεν έφτανε πιο πάνω). Όταν με είδε να τις μαζεύω, ο Πέτρος, σωστός μαντράχαλος δυο μέτρα ...νταμάρι, μπούκαρε στον καυγά και μετά δεν μαζευόταν εκείνος, ενώ τις μαζεύανε οι άλλοι. Όλους μοναχός του τους έδειρε, ενώ κάποια στιγμή έβαλε έναν φούσκο και στον Φώτη που τόλμησε να τον διακόψει για να του πει ότι τον έβλεπε η Μάγδα να βαράει τον αδερφό της. «Ρε, εδώ βαράνε τον φίλο μας, με γκομενιλίκια θα ασχολούμαστε;». Δεν ασχολήθηκε...

Από ξύλο, όμως, άλλο τίποτα. Μέχρι κι ο Φώτης τον αδερφό της Μάγδας βάραγε, λες και τον είχε περισσότερο άχτι από τους άλλους. Μπλε γίνανε οι αντίπαλοι, ενώ εμείς μπλε παραμείναμε, επειδή φοράγαμε μπλε φανέλες. Εντάξει, είχα κι εγώ ένα μάτι σε απόχρωση σκούρου μπλε, αλλά μπροστά στο κακό των απέναντι, οι απώλειές μας (μου) δεν ήταν τίποτα.

Μετά το τέλος του καυγά, μέχρι να φτάσουμε στον καφενέ του Μπάφα για να το γιορτάσουμε με κερασμένα από τον Δεμπασκαλά, είχαν συμβεί δύο πράγματα:

1) Είχε φτάσει η φήμη της νίκης μας από τον Μαστρομανέλο που έβλεπε το ματς. Μάλιστα, τα είχε παραφουσκώσει: «Με βουλωμένο μάτι το έβαλε ο Μίλτος το τελευταίο τρίποντο, πίσω από τη σέντρα. Να δείτε τον που έρχεται αν δεν με πιστεύετε»! Δεν τον πιστεύανε, αλλά μόλις είδαν το μπλε μάτι, τον πιστέψανε! Ο Μπάφας, παρότι ήξερε πως θα μας κερνούσε ο Δεμπασκαλάς, είπε «κερνάω εγώ απόψε», ενώ τα κεράσματά τους έστειλαν και ο Πέτρος της Κουφής με τον Μαστρομανέλο.

2) Η Μάγδα πλησίασε τον Πέτρο τον Αρμένη και του είπε «εσύ κι οι φίλοι σου είστε αλήτες και δεν θέλω να σε ξαναδώ»! Τον ξαναείδε, αλλά δεν ξαναμίλησαν ποτέ...

Αποτέλεσμα; Είχαμε άφθονα κερασμένα ποτά κι έναν χωρισμένο στην παρέα. Τι μπορούσε να ακολουθήσει από ακόμα ένα αξέχαστο μεθύσι; Έλα ντε... Εκείνο το βράδυ, πάντως, στο παλιό ραδιοκασετόφωνο στον καφενέ του Μπάφα, η κασέτα με τις μεγάλες επιτυχίες του Σπύρου Ζαγοραίου πρέπει να έπαθε ταράκουλο από τα πολλά μπρος - πίσω. Την πηγαίναμε μπροστά για να βάλουμε το 4ο τραγούδι της πρώτης πλευράς και μετά πάλι πίσω για να το ξανακούσουμε: «Όταν με χάσεις, τότε πια θα με ζητήσεις, αλήτη σαν κι εμένανε δεν θα ξαναγαπήσεις»! Έπος και λίγα λέω ο ημίθεος...

Μέχρι να ξεχάσουμε τα αξέχαστα του μοναδικού Σπύρου Ζαγοραίου, εγώ ο Μίλτος, να ΄μαι καλά...

Υ.Γ.: Τους πρωταγωνιστές των ρετρό ιστοριών μπορείτε να τους γνωρίσετε καλύτερα στο μυθιστόρημά μου, «Είναι στημένο», το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Εμβιπή Παμπλικέισονς (mvpublications.gr). Για αυτό και ό,τι άλλο επιθυμείτε, θα τα λέμε στην ...ιστιοσανίδα μου στο φέισμπουκ.