Εχθρός προ όλων των πυλών! (video)

Εχθρός προ όλων των πυλών! (video)

Σε μια περίοδο που νιώθουμε να απειλούμαστε καθημερινά εξαιτίας της τρομολαγνείας των δελτίων, ο Μίλτος ο Νταλικέρης θυμάται έναν παραδοσιακό «εχθρό» της παλιοπαρέας των έιτις, που μας λάβωνε και τον λαβώναμε...

Η ρετρό ιστορία αυτής της Τρίτης είναι μια αναφορά στον φόβο και τον τρόμο μιας άλλης εποχής και παράλληλα ένα μήνυμα υπομονής και επιμονής. Όποιος φοβάται, πάει και κοιμάται κι όποιος κοιμάται (όρθιος) είναι πάντα φοβισμένος. Αντιμετωπίστε τους φόβους σας!

Επρόκειτο περί ερπετού. Και επρόκειτο περί του γιου της Δωροθέας της Ζαβής. Ίδιος η μάνα του και χειρότερος. Κι επειδή δυο τέτοιες ...προσωπικότητες δεν κάνουνε μαζί, χρόνια δεν μιλιόντουσαν οι δυο τους, παρότι η Δωροθέα, άμα βρισκόταν σε δύσκολη θέση όταν αποκαλύπτονταν οι ραδιουργίες και τα κουτσομπολιά της στη γειτονιά, απειλούσε τις μανάδες μας «θα τα πω στον γιο μου και θα σας δείξει αυτός».

«Θα δείτε τι θα πάθετε», που έλεγε κι ο αμίμητος Χλαπάτσας στο προ 20ετίας -και βάλε- καλτ σίριαλ «Της Ελλάδος τα παιδιά».

Μπροστά στον Νίκο τον Ζαβό, ο Χλαπάτσας ήταν του κατηχητικού. Αρπακτικό μεγάλο ο Ζαβός, διατηρούσε περίπτερο στην πλατεία που είχαμε μετατρέψει σε γήπεδο τα τελευταία χρόνια της ...κυριαρχίας μας. Παράλληλα, εργαζόταν ως εποχικός κηπουρός στον Δήμο. Οι κακές γλώσσες έλεγαν πως ο Νίκος ο Ζαβός είχε απειλήσει τον Δήμαρχο τον Γιωργομάκο ότι θα του βγάλει τα άπλυτα στη φόρα αν δεν τον προσλάμβανε και πως η Δωροθέα η Ζαβή είχε απειλήσει τον Δήμαρχο τον Γιωργομάκο πως θα του βγάλει τα άπλυτα στη φόρα αν τον προσλάμβανε! Ο Γιωργομάκος, ως γνήσιος πολιτικός, βρήκε τη μέση λύση. Προσλάμβανε και απέλυε τον Ζαβό με διαδοχικές συμβάσεις, ώστε να έχει ικανοποιημένο και τον ίδιο και τη μάνα του και -κυρίως- να μην μπλέξει με τη γλώσσα τους.

Ο Νίκος, λοιπόν, τον μισό χρόνο ήταν κηπουρός, όλο το χρόνο ήταν περιπτεράς, ενώ τα καλοκαίρια ήταν και σινεματζής, καθώς όταν ο κυρ-Λουκάς με τον θερινό κινηματογράφο γέρασε, ο Ζαβός του φορτώθηκε κι έγινε ...ολ αράουντ, προφανώς αφού πρώτα τον απείλησε πως θα του βγάλει τα άπλυτα στη φόρα. Έτσι, πρώτα καθάριζε με μια τσουγκράνα το χαλίκι μπροστά στην οθόνη από τις γόπες των τσιγάρων και τα τσόφλια των πασατέμπων, μετά άνοιγε το ταμείο κι έκοβε εισιτήρια και τέλος, λειτουργούσε ο ίδιος και το κυλικείο του σινεμά. Το πρωί μαθήτρια, το βράδυ πόρνη ο Ζαβός, ο οποίος ξεκίναγε τη μέρα του ως περιπτεράς, μετά έζευε στο ένα επί ένα τη γυναίκα του, πέρναγε μια βόλτα από το Δήμο τάχα να περιποιηθεί τα παρτέρια, ξαναγύρναγε στο περίπτερο και έκλεινε τη μέρα του στο σινεμά. Τώρα, πώς προλάβαινε να χωρέσει μέσα σε όλα αυτά τα χούγια της μάνας του με το κουτσομπολιό και τις ρουφιανιές και πώς κατάφερνε να πολεμάει και μαζί μας, μόνο αυτός κι εμείς το ξέραμε!

Κατά γενική ομολογία, τέτοιος που ήταν ο Ζαβός, αν ζούσε στην κατοχή, θα ήταν σίγουρα δοσίλογος, λαθρέμπορας και μαυραγορίτης, αφού πρώτα είχε απειλήσει την Γκεστάπο πως θα βγάλει τα άπλυτά της στη φόρα. Στα ενδιάμεσα θα τσακωνόταν με τους πατεράδες ή τους παππούδες μας. Αν τολμούσαν κι έπαιζαν μπάλα ή πήγαιναν σινεμά...

Από τη μία, ο Ζαβός είχε τα δίκια του που μας είχε στην μπούκα. Η δικαιολογία «παιδιά είναι» που του είχε πει μια φορά η μάνα μου, πριν με κλειδώσει για τιμωρία στην αποθήκη και ξεκαθαρίσει «θα με πεθάνεις, άρρωστη γυναίκα» (δεν ήταν), δεν έπιανε στον Ζαβό. «Τι παιδιά; Αυτά είναι σατανάδες», της είχε απαντήσει ο Ζαβός, πριν απαιτήσει να μου επιβληθεί θανατική ποινή για να μη βγάλει τα άπλυτά της στη φορά.

Ο Ζαβός μας αντιπαθούσε εξ αρχής, γιατί έτσι ήταν. Αντιπαθούσε όλο τον κόσμο, άρα κι εμάς. Η αντιπάθειά του, όμως, εξελίχθηκε σε μίσος όταν βρέθηκε άθελά του ...τερματοφύλακας. Παίζαμε μπάλα στην πλατεία, ο Πέτρος ο Αρμένης έπιασε ένα σουτ στα γεμάτα, μόνο που αντί να σημαδέψει ανάμεσα στις δυο πέτρες που είχαμε βάλει για δοκάρια, σημάδεψε ανάμεσα στα πλαϊνά τζάμια του περιπτέρου. Η μπάλα προσγειώθηκε μαζί με κάμποσα γυαλιά στην αγκαλιά του Ζαβού και δεν την ξαναείδαμε. Εκείνον τον ξαναείδαμε...

Τόσο αμέσως μετά το αρχικό σοκ, όταν βγήκε έξαλλος από το περίπτερο και απειλούσε να μας παραδώσει στην ...Γκεστάπο, όσο την επόμενη μέρα, όταν πήρε αμπάριζα τα σπίτια μας και απειλούσε τις μανάδες μας πως θα βγάλει τα άπλυτά τους στη φόρα αν τολμήσουμε και να ξαναπαίξουμε μπάλαθα με πεθάνεις, άρρωστη γυναίκα» - δεν ήταν).

Ξαναπαίξαμε την επομένη...

Ο Πέτρος ο Αρμένης, που ήταν διπλάσιος από τον Ζαβό και δεν φοβόταν μη βγάλει τα δικά του άπλυτα στη φόρα (αν τα έβγαζε, θα ήταν τα τελευταία άπλυτα που …έπλενε), μόλις τελειώναμε το παιχνίδι έπαιρνε την μπάλα, στεκόταν δίπλα στο περίπτερο και βάραγε επίτηδες ρυθμικά σουτάκια σε ένα ελενίτ που είχε στήσει πίσω από το περίπτερο ο Ζαβός, για να μην βαράει ο ήλιος το ψυγείο με τα παγωτά. «Ντάμπα - ντούμπα, ντάμπα - ντούμπα», έβγαινε με σηκωμένες τρίχες ο Ζαβός από το περίπτερο, «πώς το βλέπεις, θα μας πάρεις τα μυαλά;», ρωτούσε τον Πέτρο κρατώντας αποστάσεις, εκείνος του απαντούσε «τι να πάρω; Αφού δεν έχεις...» και συνέχιζε το ντάμπα - ντούμπα, αφού ο Ζαβός μόνο απειλούσε «άμα σε πιάσω στα χέρια μου» αλλά δεν του βάσταγε να δοκιμάσει να τον πιάσει. Μετά, βέβαια, πάλι εμείς την πληρώναμε, καθώς ο Ζαβός αντί να πιάσει στα χέρια του τον Πέτρο, έπιανε στο στόμα του τους υπόλοιπους, πέρναγε από τις μανάδες μας, «ο γιος σου, το και το» και «θα με πεθάνεις, άρρωστη γυναίκα». Δεν ήταν...

Οι εχθροπραξίες κλιμακώθηκαν όταν αρχίσαμε να στήνουμε το τέρμα μπροστά στα παρτέρια που είχε αναλάβει ο Ζαβός ως κηπουρός. Δεν έμενε μήτε λουλούδι μήτε κλαδί στη θέση του. Πήγαινε το πρωί να ποτίσει τα φυτά κι έβρισκε ...φύλλα και φτερά. Όταν πήρε χαμπάρι τι συμβαίνει, τον βρήκαμε να στέκεται μπροστά στο παρτέρι με ένα δρεπάνι. Το σφυρί του έλειπε. Αν και ο συγκεκριμένος τον «Ριζοσπάστη» τον έπιανε με χαρτοπετσέτα όταν του τον ζήταγαν στο περίπτερο, για να μη λερώσει τα χέρια του...

Η τελευταία μεγάλη μάχη δόθηκε στο σινεμά. Ο κυρ Λουκάς έπαιζε τις «Τρελές σφαίρες». Δεν ξέρω αν τώρα, σχεδόν 30 χρόνια μετά, υπάρχουν άνθρωποι που γελάνε με τέτοιου είδους παρωδίες, ωστόσο εκείνη την εποχή ο γκαφατζής αστυνομικός Φρανκ Ντρέμπιν, στις πρώτες ταινίες που ακολούθησαν την επιτυχία του «Άκρως τρελό κι απόρρητο», ήταν της μόδας και έβγαζε τρελό γέλιο με χοντροκομμένα αστεία. Εννοείται πως πήγαμε όλοι μαζί, ο Φώτης, ο Παππούς, εγώ, ο Πέτρος ο Αρμένης, ο Δεμπασκαλάς και άλλοι. Μόλις είδαμε τον Ζαβό στο ταμείο, δώσαμε όλοι τα λεφτά μας στον Πέτρο για να κόψει εκείνος τα εισιτήρια και να «κόψουμε» εμείς τις αντιδράσεις του ταμία. Μόλις τον είδε ο Ζαβός, έκανε το κεφάλι λίγο δεξιά για να διαπιστώσει αν ήμασταν όλοι μαζί του. Έψαχνε κάποιους με ...άρρωστες μανάδες για να έχει πλαν μπι, αν τα πράγματα με τον Πέτρο στράβωναν. Εννοείται πως δεν χάρηκε που μας είδε, ενώ εμείς περιέργως πλέον απολαμβάναμε την κόντρα μας. Ο Νίκος ο Ζαβός ήταν ο αγαπημένος μας εχθρός!

Εκείνο το βράδυ πετύχαμε την πιο μεγάλη νίκη μας. Μέχρι το διάλειμμα, πέρα από τα γέλια που προκαλούσε το έργο, ξεσπάγαμε και με διαρκή πειράγματα - σχόλια μεταξύ μας. Δονούσαμε την ατμόσφαιρα με τρανταχτά γέλια, τόσο τρανταχτά που ο Ζαβός δεν μπορούσε να τα αντέξει. Δεν ήθελε να περνάμε καλά, τέρμα και τελεία. Κι εμείς διασκεδάζαμε, γυρίζοντας το μαχαίρι στην πληγή του. Μόλις ο κυρ-Λουκάς έκανε διάλειμμα με το περίφημο «Ιντερμίσιον» που εμφανιζόταν στην οθόνη μαζί με ένα ποτήρι κοκτέιλ, ο Ζαβός, αντί να βρίσκεται στο κυλικείο, εμφανίστηκε στο μπαλκονάκι, δίπλα στη μηχανή προβολής. «Άμα συνεχίσετε να γελάτε, θα σας πετάξω έξω», μας απείλησε και τότε εμφανίστηκε δίπλα του ο κυρ Λουκάς, ο οποίος άκουσε την ευθεία βολή του Πέτρου: «Άμα δεν θες να γελάμε, πες του κυρ Λουκά να βάλει στο δεύτερο μέρος κανένα με τον Κούρκουλο». Ακολούθησε σούσουρο, με αρκετούς από τους υπόλοιπους θεατές να παίρνουν το μέρος μας. Πού ακούστηκε ο σινεματζής να απαιτεί να μη γελάμε στις κωμωδίες! Ο κυρ Λουκάς δεν έβαλε Κούρκουλο στο δεύτερο μέρος, αλλά έβαλε τον Ζαβό στη θέση του. Τον έστειλε μια και καλή στο περίπτερο και την εποχική κηπουρική, παρότι εκείνος είχε το θράσος να τον απειλεί πως θα του βγάλει τα άπλυτα στη φόρα. Έκτοτε, στο σινεμά γελάγαμε ελεύθερα στις κωμωδίες, ενώ τα εφηβικά μας ...γεράματα μας οδήγησαν από το κοπιαστικό ποδόσφαιρο στο πιο χαλαρό και ...γκομενιάρικο βόλεϊ, άρα μακριά από τον Ζαβό και τον «πόλεμό» μας. Τέλος ...ζαβό, όλα καλά!

Μέχρι να ξεχάσω τις αμέτρητες μάχες μας με τον Ζαβό, εγώ, ο Μίλτος, να ΄μαι καλά...

Υ.Γ.: Τους πρωταγωνιστές της ρετρό ιστορίας, μπορείτε να τους γνωρίσετε καλύτερα στο μυθιστόρημά μου, «Είναι στημένο», το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Εμβιπή Παμπλικέισονς (MVPublications.gr) με υπογραφή Χρήστου Ελευθερίου. Για αυτό και ό,τι άλλο επιθυμείτε, θα τα λέμε στην ιστιοσανίδα μου στο φέισμπουκ.