Εδώ σε θέλω καρδιά μου...

Εδώ σε θέλω καρδιά μου...

Πώς γίνεται μια πρόσκληση για έκθεση γλυπτικής να ζωντανεύει μια ρετρό ιστορία με τον περίφημο ...Φώτη; Στο μυαλό του Μίλτου του Νταλικέρη όλα γίνονται...

Λοιπόν, τον Φώτη τον θυμήθηκα μόλις δέχθηκα μια πρόσκληση για έκθεση γλυπτικής, επειδή μια αρρεβωνιάρα που είχε, η 19η ή η 32η αν θυμάμαι καλά, ήταν... καλλιτεχνική φλέβα. Μην αναρωτηθείτε, όπως κι εγώ, τι σόι καλλιτεχνική φλέβα μπορεί να είναι μια Γωγώ, γιατί ο Φώτης έχει απαντήσεις για όλα.

Πού τη γνώρισε τη Γωγώ; Σε σινεμά που έπαιζε ταινίες «κουλτούρα να φύγουμε», προκαλώντας υποψίες στην υπόλοιπη παρέα. «Τι γύρευες, ρε Φώτη, σε ταινία του σοβιετικού σινεμά; Εσένα η αγαπημένη σου ταινία είναι το "Σκύψε ευλογημένη"», του είπε ο Πέτρος ο Αρμένης. «Δεν πας καλά», πρόσθεσε καταθέτοντας το πανίσχυρο επιχείρημά του ο Δεμπασκαλάς. «Ρε, μπας κι έγινες κουμμούνι;», ρώτησε ο Μαστρομανέλος από το διπλανό τραπέζι του καφενέ, πριν ο Φώτης αποκαλύψει το σκοπό της επίσκεψής του (διότι περί... εθιμοτυπικής επίσκεψης επρόκειτο) στο σινεμά.

«Ρε κολλητοί, κάτι τέτοιες ταινίες είναι γκομενοπαγίδες. Πάνε εκεί κάτι κουλτουριάρες μοναχές τους κι άμα τις πιάσεις στο συναίσθημα, μετά βγαίνεις για καφέ για να αναλύσεις την ταινία», είπε και του την πέσαμε όλοι: «Και τι ανέλυες εσύ, ρε Φώτη; Αν ήταν καλός ο πασατέμπος

«Ανέλυε αυτή...»

Αυτή ήταν η Γωγώ. Την οποία την ερωτεύτηκε -και αυτή- «για πάντα». Και την αρραβωνιάστηκε πριν προλάβουν να δουν τα «Γουρούνια και Μαργαριτάρια» του Μακαβέγεφ, τα οποία όπως παραδέχθηκε μετά, του άνοιξαν την όρεξη. Γρήγορα ο Φώτης άρχισε να βαριέται τον Μακαβέγεφ κι όλους τους δημιουργούς με ονόματα που τέλειωναν σε φι, ενώ εξοργιζόταν όταν η Γωγώ τον τραβολόγαγε σε κάτι εκθέσεις «ανερχόμενων καλλιτεχνών». Κάπως έτσι...

«Κολλητοί, την παράτησα».

Αφού ο Δεμπασκαλάς τον διαβεβαίωσε πως «δεν πας καλά», ο Φώτης μάς είπε πώς την παράτησε. Κυριολεκτικά την παράτησε, αλλά όχι ακριβώς στα κρύα του λουτρού. Ακριβώς ...δίπλα.

«Ρε, πήγαμε σε μια έκθεση μοντέρνας τέχνης και καθόταν δέκα λεπτά και κοίταγε μια λεκάνη. Λεκάνη, ρε. Χέστρα. Πώς το λένε. Είχε αφήκει εκεί μια λεκάνη ο καλλιτέχνης, κάτι κλειδιά, κάτι μπουλονόκλειδα, έναν κάβουρα και κάτι βίδες. Κι έγραφε από πάνω "το ρεπό της θάλασσας". Ποιο ρεπό και ποια θάλασσα, το φελέκι μου μέσα; Μια χέστρα και κάτι εργαλεία ήταν. Πήγε να μου το εξηγήσει κιόλας. Και της λέω "Γωγώ, πάω μέχρι το μέρος, γιατί με τη λεκάνη μού 'ρθε κατούρημα". Κι έφυγα. Δεν θα με τρελάνει εμένα η Γωγώ...».

Χρόνια αργότερα, με αφορμή μια λεκάνη γκουμούτσα που είχε τοποθετήσει στο μπάνιο του σπιτιού του, τον ρώτησα «τη θυμάσαι τη Γωγώ;».

«Ποια Γωγώ; Τώρα είναι Ζωρζέτ. Δεν ταίριαζε το Γωγώ στην καλλιτεχνία, κολλητέ. Την είδα πέρυσι στον Χάρη Κωστόπουλο να πετάει λουλούδια στο "εδώ σε θέλω καρδιά μου". Είναι, λέει, σε έναν πολιτιστικό σύλλογο και έκαναν εκδήλωση».

Στροφή στην ποιότητα η Γωγώ, σόρι, η Ζωρζέτ, σκέφτηκα. «Ασχολείται ακόμα με τα καλλιτεχνικά;».

«Ρε κολλητέ, πρώτα βγαίνει η ψυχή και μετά το χούι. Τώρα, μου είπε, είναι ποιήτρια. Μου έστειλε κι ένα βιβλίο με ποιήματα. Χρόνια είχα να γελάσω έτσι. Κάτσε να το βρω...».

Κάθισα και το βρήκε...

«Άκου πώς ξεκινάει το ποίημα: "Το σπίτι λαχανιάζει να συμμαζευτεί". Λαχανιάζουν, ρε κολλητέ, τα σπίτια; Άκου κι άλλο: "Μαραμένη η δική μου ειμαρμένη". Τι είναι, ρε, η ειμαρμένη; Τι πίνει και δεν μας δίνει;»

Μέχρι να ξεχάσω πόση ώρα πέρασε για να ξελαχανιάσουμε από τα γέλια (το σπίτι ακόμα λαχανιάζει), εγώ, ο Μίλτος, να 'μαι καλά...

Υ.Γ.: Τους πρωταγωνιστές των ρετρό ιστοριών μπορείτε να τους γνωρίσετε καλύτερα στο μυθιστόρημά μου, «Είναι στημένο», το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Εμβιπή Παμπλικέισονς (mvpublications.gr). Για αυτό και ό,τι άλλο επιθυμείτε, θα τα λέμε στην ...ιστιοσανίδα μου στο φέισμπουκ.