Ο Επισκέπτης - Eric-Emmanuel Schmitt

Ο Επισκέπτης - Eric-Emmanuel Schmitt

Βιέννη, το 1938.

Οι Ναζί έχουν εισβάλει στην Αυστρία και καταδιώκουν τους Εβραίους. Ο Σίγκμουντ Φρόιντ εξακολουθεί να πιστεύει στο μέλλον και αρνείται να φύγει. Αλλά αυτό το απόγευμα του Απριλίου, η Γκεστάπο συλλαμβάνει την κόρη του Άννα και την παίρνει για ανάκριση. Ο Φρόιντ παραμένει μόνος και απελπισμένος, όταν, ξαφνικά, ένας άγνωστος μπαίνει από το παράθυρο. Ποιος είναι; Ένας τρελός; Ένας μάγος; Είναι όλο αυτό απλώς ένα όνειρο; Είναι μια ενσάρκωση της αντίληψής μας για το υποσυνείδητο του Φρόιντ; Ή είναι πράγματι, όπως ισχυρίζεται, ο Θεός αυτοπροσώπως;

[...]ΞΕΝΟΣ: Είναι πολύ παράξενο! Και εγώ το ίδιο νιώθω κάθε φορά που ενσαρκώνομαι. Δεν φανταζόμουν ποτέ ότι ήταν το ίδιο και για εσάς τους ανθρώπους.

ΦΡΟΪΝΤ: [Ακόμα κοιτάζει στον καθρέφτη, θαυμάζοντας τον Ξένο.] Θα πρέπει να με συγχωρήσετε δεν μπορώ να πιστέψω ότι είσαι πραγματικά εσύ.

ΞΕΝΟΣ: Ξέρω. Δεν πιστεύεις σ’ εμένα. Ο Δόκτωρ Φρόιντ είναι ένας άθεος, ένας υπέροχος άθεος. Ένας άθεος που προσηλυτίζει, ένας κήρυκας της απιστίας.

ΦΡΟΪΝΤ: Γιατί σ’ εμένα; Γιατί να μην πας σε έναν ιερέα ή έναν ραβίνο;

ΞΕΝΟΣ: [Χαλαρά.] Δεν υπάρχει τίποτα πιο βαρετό από το να μιλάς σε έναν αυλικό... κληρικό. Και ύστερα...

ΦΡΟΪΝΤ: Ύστερα τι;

ΞΕΝΟΣ: Δεν είμαι σίγουρος ότι ένας ρασοφόρος θα με αναγνώριζε καλύτερα από εσένα. Αυτοί οι άνθρωποι έχουν συνηθίσει τόσο πολύ να μιλούν για λογαριασμό μου, να δρουν αντί εμού, να συμβουλεύουν στο πόδι μου, που νιώθω ότι η ύπαρξή μου αποτελεί τελικά εμπόδιο.

[Ακούμε ήχους από μπότες και φωνές στον δρόμο.]

ΦΡΟΪΝΤ: Γιατί εμένα; [Παύση.] Για να με προσηλυτίσεις;

ΞΕΝΟΣ: [Γελώντας.] Τι έπαρση! Όχι, είναι πολύ αργά. Σε λίγους μήνες, θα δημοσιεύσεις τον Μωυσή σου. Δεν θα σε έχω προσηλυτίσει.

ΦΡΟΪΝΤ: Σε βλέπω.

ΞΕΝΟΣ: Βλέπεις έναν άνθρωπο και τίποτε άλλο.

[…]ΦΡΟΪΝΤ: Βλέπεις, εδώ, είμαστε μόνο εμείς, δύο άνθρωποι, και ο πόνος... και γι’ αυτό δεν υπάρχει Θεός... Οι ουρανοί είναι σαν ένα άδειο ταβάνι πάνω από τα μαρτύρια των ανθρώπων...

ΞΕΝΟΣ: Έτσι νομίζεις; Πραγματικά;

ΦΡΟΪΝΤ: Ο ορθός λόγος διέλυσε τα φαντάσματα... Δε θα υπάρχουν άλλοι άγιοι, μόνο γιατροί. Μόνο ο άνθρωπος έχει την ευθύνη του ανθρώπου. [Παύση.] Θα σας φροντίσω.

ΞΕΝΟΣ: [Με έναν τόνο αυτοπεποίθησης.] Πες μου, πριν από λίγο πίστευες πραγματικά ότι ήμουν... [Δείχνοντας τον ουρανό. ] Αυτός…;

ΦΡΟΪΝΤ: [Ντροπή.] Έχασα τον προσανατολισμό μου.

ΞΕΝΟΣ: [Διασκεδάζοντας.] Αλλά τώρα; Όλα καλά; [Θετικό νεύμα από τον Φρόιντ,] Βασικά, πιστεύεις στον Walter Oberseit πιο εύκολα απ’ ό,τι στον Θεό;

ΦΡΟΪΝΤ: Ξέρετε, κύριε Oberseit, είμαι γέρος άνθρωπος. Πέρασα όλη μου τη ζωή να υπερασπίζομαι τη νοημοσύνη ενάντια στη βλακεία, να θεραπεύω, να παλεύω για τους ανθρώπους ενάντια στους ανθρώπους, αδυσώπητα, χωρίς να πάρω ποτέ ανάσα, και τι έχω κερδίσει με αυτό; Μερικές μέρες, ο λαιμός μου βρομάει τόσο πολύ που ακόμη και ο Toby, ο σκύλος μου, δεν με πλησιάζει και με κοιτάζει, λυπημένος, από την άλλη άκρη του δωματίου... Θα ήθελα έναν ξαφνικό, γρήγορο θάνατο, αλλά μου έλαχε αγωνία. Έτσι, χίλιες φορές θα μπορούσα να έχω ψιθυρίσει το όνομα του Θεού, χίλιες φορές θα μπορούσα να είχα νιώσει την επιθυμία να πιώ το γλυκό μέλι της παρηγοριάς του, χίλιες φορές θα μπορούσα να ελπίζω ότι η πίστη μου στον Θεό θα μου είχε δώσει το κουράγιο να υποφέρω και να γλιστρήσω απαλά στον θάνατο. Αλλά αντιστάθηκα. Ήταν πολύ εύκολο. Πριν λίγο παραλίγο να υποχωρήσω, γιατί στη θέση μου σκεφτόταν ο φόβος.

ΞΕΝΟΙ: Έπρεπε να είχες υποχωρήσει.

ΦΡΟΪΝΤ: Παίρνω αρκετά φάρμακα, δεν χρειάζομαι και αυτό.

ΞΕΝΟΣ: Γιατί όχι αυτό;

ΦΡΟΪΝΤ: Γιατί αναισθητοποιεί το μυαλό.

ΞΕΝΟΣ: Αν όμως το χρειάζεται το μυαλό σου...

ΦΡΟΪΝΤ: Είναι το θηρίο μέσα μου που θέλει να πιστέψει, όχι το μυαλό. Είναι το σώμα που έχει βαρεθεί να μουλιάζει τα σεντόνια με άγχος, είναι η λαχτάρα ενός κυνηγημένου ζώου, είναι το βλέμμα του ελαφιού, παγιδευμένο από μια αγέλη σκύλων που ακόμα ψάχνει τρόπο διαφυγής... Ο Θεός είναι μια κραυγή, η εξέγερση του κουφαριού!

ΞΕΝΟΣ: Λοιπόν, δε θέλεις να πιστέψεις γιατί μπορεί να σου κάνει καλό;

ΦΡΟΪΝΤ: [Βίαια.] Δεν πιστεύω στον Θεό γιατί όλα μέσα μου είναι διατεθειμένα να πιστέψουν! Δεν πιστεύω στον Θεό γιατί θέλω να πιστέψω! Δεν πιστεύω στον Θεό γιατί θα ήμουν ευτυχής αν πίστευα!

ΞΕΝΟΣ: [Πάντα λίγο παιχνιδιάρικα.] Αλλά τότε, γιατρέ, αν υπάρχει η επιθυμία, γιατί να την καταπιέσεις; Γιατί λογοκρίνεις τον εαυτό σου; Αν επικαλεστώ τα έργα σου...

ΦΡΟΪΝΤ: Η επιθυμία είναι επικίνδυνη!

ΞΕΝΟΣ: Επικίνδυνη γιατί; Για ποιον;

ΦΡΟΪΝΤ: Για την αλήθεια... Δεν μπορώ να αφήσω τον εαυτό μου να παραμυθιαστεί με μια ψευδαίσθηση.

ΞΕΝΟΣ: Η αλήθεια είναι μια ερωμένη που ζητάει πολλά.

ΦΡΟΪΝΤ: Όλο απαιτήσεις...

ΞΕΝΟΣ: Και καμία ικανοποίηση!

ΦΡΟΪΝΤ: Η αλήθεια δε φέρνει ικανοποίηση. [Εξηγώντας, τα μάτια του χάνονται στη σκέψη.] Ο άνθρωπος υπάρχει σε ένα υπόγειο τούνελ, κύριε Oberseit. Το λίγο φως που έχει προέρχεται από έναν πυρσό που έφτιαξε με μερικά κομμάτια από ύφασμα και λίγο λάδι. Ξέρει ότι η φλόγα δε θα κρατήσει για πάντα. Ο πιστός προχωρά μπροστά, νομίζοντας ότι υπάρχει μια πόρτα στο τέλος του τούνελ που θα ανοίξει στο φως... Ο άθεος ξέρει πως δεν υπάρχει πόρτα, ότι δεν υπάρχει άλλο φως εκτός από το φως της δικής του κατασκευής, ότι δεν υπάρχει τέλος στο τούνελ, παρά μόνο το δικό του τέλος. Έτσι, αναπόφευκτα, πονάει περισσότερο όταν χτυπάει το κεφάλι του στον τοίχο... Είναι πιο άδειος όταν χάνει ένα παιδί... Του είναι πιο δύσκολο να συμπεριφέρεται αξιοπρεπώς... αλλά το κάνει! Για εκείνον η νύχτα είναι απαίσια και ανελέητη... Μα συνεχίζει. Και ο πόνος γίνεται πιο οδυνηρός, ο φόβος πιο φοβιστικός και ο θάνατος αμετάκλητος... και η ζωή δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια ανίατη ασθένεια...

ΞΕΝΟΣ: Ο άθεος σου είναι απλώς ένας άνθρωπος σε απελπισία.

ΦΡΟΪΝΤ: Ξέρω μια άλλη λέξη για την απελπισία: παρρησία. Ο άθεος δεν έχει αυταπάτες. Έχει παρρησία. Τα έχει ανταλλάξει όλα με το θάρρος.

ΞΕΝΟΣ: Και τι κερδίζει;

ΦΡΟΪΝΤ: Αξιοπρέπεια.

[Ο Ξένος πλησιάζει τον Φρόιντ. Φαίνεται γλυκός, ειλικρινής.]

ΞΕΝΟΣ: Αγαπάς πάρα πολύ αυτή την παρρησία σου. [Παύση.] Με μισείς;

ΦΡΟΪΝΤ: Ό,τι είναι ευαίσθητο μέσα μου με έχει πονέσει πάρα πολύ για να νιώθω μίσος.

[Ο Ξένος του πιάνει ξανά τα χέρια.]

ΞΕΝΟΣ: Ευχαριστώ. [Παύση.] Είσαι θυμωμένος μαζί μου γιατί άργησα να έρθω. Αλλά και νωρίτερα να είχα έρθει, δε θα άλλαζε τίποτα. Την ίδια ζωή θα είχες, Φρόιντ, αξιοπρεπή, όμορφη, γενναιόδωρη.

[Ο Φρόιντ τραβάει τα χέρια του πίσω.]

ΦΡΟΪΝΤ: [Κουρασμένος.] Walter Oberseit, σταματήστε να προσποιείστε τον Θεό. Το κομμάτι μέσα σας που είναι ακόμα άθικτο ξέρει πολύ καλά ότι είναι λάθος.

ΞΕΝΟΣ: [Συνοψίζοντας με ένα χαμόγελο.] Έτσι, δεν πιστεύεις στον Θεό, αλλά πιστεύεις στον Walter Oberseit. [Υπόκλιση.] Είμαι πολύ κολακευμένος για αυτόν. [Διασκεδάζοντας.] Αλλά ποιος σας αποδεικνύει ότι υπάρχει ο Walter Oberseit;

ΦΡΟΪΝΤ: [Δεν χαμογελάει.] Είμαι κουρασμένος.

ΞΕΝΟΣ: Όχι, δεν είσαι κουρασμένος. Σκέφτεσαι την Άννα, συνέχεια. Θα ήταν συγκινητικό αν δεν ήταν κάπως προσβλητικό.

ΦΡΟΪΝΤ: [Με θυμό.] Σε κάθε περίπτωση, απόψε είναι καλύτερα να είστε αυτό που είστε: ένας αγύρτης... Επειδή αν ήσασταν Θεός...

ΞΕΝΟΣ: [Με μεγάλο ενδιαφέρον.] Ναι;

ΦΡΟΪΝΤ: [Όρθιος.] Αν ήσουν Θεός, θα είχες διαλέξει μια πολύ κακή βραδιά... Ναι, αν υπήρχε ο Θεός... και στεκόταν εδώ μπροστά μου!...

ΞΕΝΟΣ: Αν υπήρχε Θεός;

ΦΡΟΪΝΤ: Δε νιώθω πια θυμό για εσάς, όχι... Αλλά για τον Θεό, αν έβγαινε από το σκοτάδι που τον έχω καταχωνιάσει, εγώ...

ΞΕΝΟΣ: Αν είχες τον Θεό μπροστά σου;

ΦΡΟΪΝΤ: Αν ο Θεός ήταν μπροστά μου, θα του ζητούσα να λογοδοτήσει για τον εαυτό του. Θα τον ρωτούσα...

[Ο θυμός του είναι τώρα εμφανής. Στέκεται ξαφνικά.]

ΞΕΝΟΣ: [Ενθαρρυντικά.] Θα τον ρωτούσες;

ΦΡΟΪΝΤ: Θα του έλεγα... [Σηκώνεται με ορμή.] Θα του έλεγα ότι ο Θεός πρέπει να ξεμυτίσει από το παράθυρο! Ξέρει ο Θεός ότι το κακό τρέχει στους δρόμους με δερμάτινες μπότες, στο Βερολίνο, στη Βιέννη και σύντομα παντού στην Ευρώπη ; Ξέρει ο Θεός ότι αυτές τις μέρες το μίσος έχει γιορτή και καλεσμένοι είναι όλες οι μορφές του μίσους; Αυτοί που μισούν τους Εβραίους, τους Τσιγγάνους, τις γυναίκες, τους μαύρους, τους ομοφυλόφιλους, κάθε τι που βλέπουν ως αντίπαλο...;

ΞΕΝΟΣ: [Στον εαυτό του.] Λες και αν ήθελε θα μπορούσε να τα αγνοήσει!

ΦΡΟΪΝΤ: Αλλά δεν ήταν απαραίτητο να γίνει θέαμα το κακό, δεν ήταν απαραίτητο το κακό να πάρει τα όπλα και να βαφτεί με αίμα. Πάντα έβλεπα το κακό παντού, από εκείνη τη μέρα που τα πόδια μου απλώθηκαν στο πάτωμα της κουζίνας φώναξα και κανείς δεν απάντησε. [Προχωρώντας πιο κοντά στον Ξένο.] Αν τον είχα μπροστά μου τον Θεό, για αυτό θα τον κατηγορούσα: για ψεύτικες υποσχέσεις!

ΞΕΝΟΣ: Ψεύτικες υποσχέσεις;

ΦΡΟΪΝΤ: Μια υπόσχεση που δόθηκε και μετά δεν τηρήθηκε, αυτό είναι το σατανικό. [Σαν να σκέφτεται δυνατά.] Τι είναι ο θάνατος, αν όχι η υπόσχεση της ζωής που τρέχει ακριβώς εδώ στο αίμα μου, κάτω από το δέρμα μου, αλλά μετά δεν τηρείται; Γιατί, όταν νιώθω τη φυσική μου ύπαρξη, όταν είμαι διχασμένος για κάτι, όταν έχω παραδοθεί στην πνευματική μέθη, την αγνή χαρά της ύπαρξης, δε νιώθω πια θνητός... Ο θάνατος δεν υπάρχει πουθενά, ούτε στα σπλάχνα ούτε στο κεφάλι μου, δε νιώθω τον θάνατο, τον ξέρω από κεκτημένη γνώση, μόνο από φήμες. Θα ήξερα ότι θα πέθαινα αν δε μου το είχαν πει; Ο θάνατος χτυπά πισώπλατα. Προσωπικά, είχα επιλέξει έναν εντελώς διαφορετικό δρόμο. Νόμιζα ότι ήμουν αθάνατος. Άλλα το κακό στον θάνατο δεν είναι η ανυπαρξία. Είναι η υπόσχεση της ζωής που δεν τηρήθηκε. Και φταίει ο Θεός.

Και τι είναι πόνος αν όχι η άρνηση της ακεραιότητας του σώματος; Ένα σώμα είναι φτιαγμένο για να τρέχει και να απολαμβάνει, ένα σώμα είναι ολόκληρο, όμως γίνεται ευάλωτο, ακρωτηριάζεται, αναιρείται. Έχει εξαπατηθεί. Όχι, ο πόνος δεν κατοικεί στη σάρκα, γιατί κάθε πληγή είναι μια πληγή της ψυχής. Είναι μια υπόσχεση που δεν τηρήθηκε. Ο Θεός φταίει!

Και τι γίνεται με το ηθικό κακό; Το κακό που προκαλούν οι άνθρωποι, ο ένας στον άλλον, δεν είναι αυτό ο ξεριζωμός της ειρήνης; Γιατί αυτός ο πόλεμος; Και πάλι, ο Θεός φταίει!

Αλλά το χειρότερο κακό από όλα, ναι, το απόλυτο κακό, το κακό που μια ολόκληρη ζωή δεν μπορεί να συγχωρήσει, είναι ο στενός νους, περιορισμένος, που η ίδια η νοημοσύνη έχει κάνει ανόητο. Φαίνεται ότι ο Θεός μας έδωσε ένα μυαλό απλά για να το φτάσουμε στα όριά του. Άσβεστη δίψα στο κεφάλι. Νομίζουμε ότι θα καταλάβουμε τα πάντα, θα ξέρουμε τα πάντα, σκεφτόμαστε ότι είμαστε ικανοί για τις πιο εκπληκτικές συνδέσεις, τις πιο λεπτές κατασκευές, αλλά το μυαλό μάς απογοητεύει. Ποτέ δε θα τα μάθουμε όλα. Και ούτε και θα καταλάβουμε τα περισσότερα. Ακόμα και αν ζούσα για άλλα τριακόσιες χιλιάδες χρόνια, ακόμα και αν χαρτογραφούσα όλα τα αστέρια, και πάλι θα παρέμεναν ανεξιχνίαστα και εγώ θα εξακολουθούσα να αναρωτιέμαι τι κάνω εδώ, στη γη, με τα πόδια μου κολλημένα στη λάσπη! Η πεπερασμένη φύση του μυαλού μας, ιδού η τελευταία ψεύτικη υπόσχεση.

Πόσο όμορφη θα ήταν η ζωή αν δεν ήταν μια προδοσία...

Πόσο εύκολη θα ήταν η ζωή αν δεν είχα πιστέψει πως θα είναι μεγάλη, δίκαιη και ευτυχισμένη...

ΞΕΝΟΣ: Περίμενες πάρα πολλά.

ΦΡΟΪΝΤ: Τότε, θα έπρεπε να είχα γεννηθεί πιο ανόητος από ό,τι είμαι, χωρίς προσδοκίες... Ορίστε, κύριε Oberseit, αν υπήρχε ο Θεός, θα ήταν ένας ψεύτης Θεός. Θα έδινε υποσχέσεις και θα μας απογοήτευε! Θα έκανε το κακό. Και κακό σημαίνει υπόσχεση που δεν τηρήθηκε. Αυτό είναι το κακό.

ΞΕΝΟΣ: Άσε με να εξηγήσω.

ΦΡΟΪΝΤ: Με το να εξηγείς, απαλλάσσεις. Δε θέλω εξηγήσεις. Αν ο Θεός ήταν ικανοποιημένος με τον κόσμο που δημιούργησε, τότε θα ήταν ένας παράξενος θεός, ένας σκληρός Θεός, ένας πονηρός Θεός, ένας εγκληματίας, ο δημιουργός όλων των κακών. Θα ήταν καλύτερα να μην υπάρχει. Στην πραγματικότητα, αν υπήρχε Θεός, θα μπορούσε να είναι μόνο ο Διάβολος...

ΞΕΝΟΣ: Φρόιντ!

ΦΡΟΪΝΤ: Walter Oberseit, είστε ένας αγύρτης, ένας λαμπρός αγύρτης, αλλά θα πρέπει να παραδεχτείτε ότι βρήκατε τον Δάσκαλό σας. Τον ίδιο τον Θεό.

ΞΕΝΟΣ: Παραληρείς.

ΦΡΟΪΝΤ: Λοιπόν, αν ο Θεός ήταν μπροστά μου σήμερα το βράδυ, ένα βράδυ που ο κόσμος κλαίει και η κόρη μου είναι μέσα στα νύχια της Γκεστάπο, θα προτιμούσα να του πω: «Δεν υπάρχεις! Αν είσαι παντοδύναμος, τότε είσαι κακός... αλλά, αν δεν είσαι κακός, τότε δεν είσαι τόσο δυνατός. Κάθαρμα ή αδύναμος, αλλά σίγουρα με τίποτα Θεός. Δεν είναι απαραίτητο να υπάρχεις. Τα άτομα, η τύχη και οι συγκρούσεις αρκούν για να εξηγήσουν ένα τόσο άδικο σύμπαν. Σίγουρα δεν είσαι παρά μια άχρηστη εικασία!».

ΞΕΝΟΣ: [Μαλακά.] Και ο Θεός αναμφίβολα θα σας έδινε αυτή την απάντηση: «Αν μπορούσατε να δείτε, όπως μπορώ εγώ, την ξετυλιγμένη κορδέλα του χρόνου, θα ήσασταν ακόμα πιο πικρόχολοι από ό,τι είστε, αλλά θα κατηγορούσατε αυτόν που πραγματικά έχει την ευθύνη». [Με καρφωμένα μάτια.] Αν μπορούσατε να δείτε μπροστά... [Με τον τόνο ενός οραματιστή.] θα βλέπατε ότι αυτός ο αιώνας θα είναι ένας από τους πιο παράξενους που έχει ζήσει ποτέ η γη. Θα ονομαστεί αιώνας του ανθρώπου, αλλά θα είναι ο αιώνας όλων των πληγών. Θα υπάρχει η κόκκινη πανούκλα από τα ανατολικά, μετά εδώ, στη Δύση, η καφέ πανούκλα, η πανούκλα που έχει αρχίσει να εξαπλώνεται εδώ στην Ευρώπη και που σύντομα θα καλύψει ολόκληρο τον κόσμο. Σας διώχνουν, Δόκτωρ Φρόιντ, αλλά μπορείς να θεωρήσεις τον εαυτό σου τυχερό. Οι άλλοι, οι φίλοι σου, οι ακόλουθοί σου, οι αδερφές σου και όλοι οι αθώοι θα σκοτωθούν χιλιάδες, χιλιάδες χιλιάδων θα σταλούν στα ντους όπου το νερό έχει αντικατασταθεί από αέριο. Και τα δικά τους αδέρφια, τα αδέρφια των νεκρών, θα ξεκαθαρίζουν τα σώματα και θα τα στοιβάζουν στους λάκκους. Κι αν θες να ξέρεις και κάτι ακόμα, οι Ναζί θα κάνουν ακόμη και σαπούνια από τα υπολείμματά τους... Παράξενο, ε, ότι μπορούν να Καθαρίσουν τους κώλους τους με ό,τι μισούν περισσότερο.

Και θα υπάρξουν και άλλες πληγές, αλλά όλες θα προέρχονται από τον ίδιο ιό, αυτόν ακριβώς τον ιό που σας εμποδίζει να πιστέψετε σ’ εμένα: την αλαζονεία! Ποτέ η ανθρώπινη αλαζονεία δε θα έχει πάει τόσο μακριά. Υπήρξε μια εποχή που η ανθρώπινη αλαζονεία απλώς αψηφούσε τον Θεό. Σήμερα τον αντικαθιστά. Υπάρχει ένα θεϊκό ψήγμα μέσα στον άνθρωπο. Αυτό το κομμάτι είναι που του επιτρέπει να αρνηθεί τον Θεό. Τίποτα λιγότερο δε σας ικανοποιεί. Κάτι έχεις καταλάβει. Ο κόσμος δεν είναι παρά ένα παιδί της τύχης, το σαστισμένο πείσμα των μορίων! Και ελλείψει αρχηγού, φτιάχνεις τους κανόνες εσύ. Για να γίνεις ο αρχηγός. κυρίαρχος της φύσης: εσείς θα λερώσετε τη γη και θα μαυρίσετε τα σύννεφα! Κυρίαρχος της ύλης: θα ταρακουνήσετε την υδρόγειο! Κυρίαρχος της πολιτικής: θα δημιουργήσετε ολοκληρωτισμό! Κυρίαρχος της ζωής: θα διαλέγετε τα παιδιά σας από κατάλογο! Κυρίαρχος του ίδιου σας του σώματος: θα φοβάστε την αρρώστια και τον θάνατο τόσο πολύ που θα δεχτείτε να επιβιώσετε με οποιοδήποτε κόστος, όχι να ζήσετε αλλά να επιβιώσετε, αναισθητοποιημένοι, όπως τα λαχανικά στα θερμοκήπια. Δάσκαλος της ηθικής: θα πιστέψετε ότι είναι οι άνθρωποι που εφευρίσκουν νόμους και ότι τελικά όλα έχουν την ίδια αξία, και έτσι όλα δεν έχουν καμία αξία. Τότε ο Θεός σας θα είναι ο πλούτος, ο τελευταίος που θα επιζήσει, οι ναοί του θα υψωθούν παντού σε κάθε πόλη, και από εκεί και πέρα, απουσία Θεού, όλες οι σκέψεις θα είναι κούφιες.

Στην αρχή, θα συγχαρείτε τον εαυτό σας που σκοτώσατε τον Θεό. Γιατί, αν τίποτα δεν οφείλεται πλέον στον Θεό, τότε όλα ανήκουν στον άνθρωπο. Στην αρχή, η ματαιοδοξία δε θα γνωρίσει αγωνία. Θα αποδώσετε όλη την ευφυΐα στους εαυτούς σας. Ποτέ η ιστορία του κόσμου δε θα έχει δει πιο σκοτεινούς, αλλά πιο ευτυχισμένους, φιλοσόφους.

Φρόιντ, δεν μπορείς να το δεις ακόμα, αλλά ο κόσμος θα στερηθεί το φως. Κι όταν ένας νεαρός άνδρας, σε μια από αυτές τις νύχτες των αμφιβολιών που βιώνουν όλοι οι νέοι, θα ρωτήσει τους μεγαλύτερούς του: «Σας παρακαλώ, πείτε μου, ποιο είναι το νόημα της ζωής;», δεν θα μπορέσει να απαντήσει κανείς.

Θα είναι το αποτέλεσμα της δουλειάς σας.

Της δικής σας και των άλλων.

Και εσείς, τα μεγάλα μυαλά αυτού του αιώνα, ορίστε τι θα κάνετε: θα εξηγήσετε τον άνθρωπο με όρους ανθρώπου και τη ζωή με όρους ζωής. Και τι θα είναι ο άνθρωπος; Ένας τρελός στο κελί του, που παίζει σκάκι μεταξύ του ασυνείδητου και του συνειδητού του! Μετά από εσάς, το ανθρώπινο είδος θα περιοριστεί σε μια μοναχική φυλακή για πάντα. Ω, όμως, έχετε ακόμα την ευφορία του κατακτητή. Όπως αυτοί που αποκρυπτογραφούν, αυτοί που δημιουργούν... αλλά σκεφτείτε αυτούς που δεν έχουν γεννηθεί ακόμα. Τι κόσμο θα τους κληροδοτήσετε; Ο αθεϊσμός αποκαλύφθηκε! Μια δεισιδαιμονία πολύ πιο ηλίθια από κάθε άλλη!

ΦΡΟΪΝΤ: [Τρομαγμένος.] Δεν είναι αυτό που ήθελα... [Ο Φρόιντ συνειδητοποιεί ότι μόλις μίλησε στον Ξένο σαν να ήταν Θεός. Πιάνει το κεφάλι του, γκρινιάζει και προσπαθεί' να ξαναβρεί τον έλεγχο.] Walter Oberseit, είστε εξαιρετικά έξυπνος και αναμφίβολα πολύ δυστυχισμένος. Ωστόσο, δεν είμαι ειδικός στην προφητεία, ξέρω πολύ λίγα για αυτήν και μου φαίνεται μάλλον κακόγουστη... και πιστεύω ότι θα ήταν καλύτερο και για τους δυο μας, αν γυρίζατε σπίτι.

[…]ΞΕΝΟΣ: [Μπορούμε να ακούσουμε θορύβους από τον δρόμο. Ένα ζευγάρι καταδιώκεται από τους Ναζί. Αγωνιώδεις κραυγές από το ζευγάρι. Κραυγές από τους Ναζί. Ξαφνικά.] Με πιστεύεις;

ΦΡΟΪΝΤ: Με τίποτα.

ΞΕΝΟΣ: [Ανακουφισμένος.] Και έχεις δίκιο. [Στον δρόμο έχουν συλληφθεί ένας άνδρας και μια γυναίκα. Ουρλιάζουν καθώς τους χτυπούν. Είναι αφόρητο. Ο Φρόιντ σηκώνεται ξαφνικά και προχωρά προς το παράθυρο. Ο Ξένος τον σταματά.] Όχι, σε παρακαλώ!

ΦΡΟΪΝΤ: Θα τους αφήσεις να τη γλιτώσουν;

ΞΕΝΟΣ: Έκανα τον άνθρωπο ελεύθερο.

ΦΡΟΪΝΤ: Ελεύθερο να κάνει το κακό!

ΞΕΝΟΣ: [Τον εμποδίζει να προχωρήσει περισσότερο, παρά τις κραυγές που εντείνονται.] Ελεύθερος να κάνει το καλό όσο και το κακό, αλλιώς η ελευθερία δεν είναι τίποτα.

ΦΡΟΪΝΤ: Δηλαδή δεν είσαι υπεύθυνος; [Ο Ξένος απαντά αφήνοντας τον Φρόιντ να φύγει. Τρέχει στο παράθυρο. Η κραυγή σβήνει. Μπορούμε μόνο να ακούμε τον ήχο από τις μπότες που απομακρύνονται. Ο Ξένος καταρρέει σε μια καρέκλα.] Έχουν συλλάβει ένα ζευγάρι. Τους παίρνουν... [Γυρίζοντας στον Ξένο.] Πού;

ΞΕΝΟΣ: [Αδύναμα.] Προς τα στρατόπεδα...

ΦΡΟΪΝΤ: Τα στρατόπεδα; [Ο Φρόιντ είναι συντετριμμένος με τα νέα. Έρχεται στον Ξένο, που είναι ακόμα πιο συντετριμμένος από τον…] Σταμάτα τους! Σταματήστε τα όλα! Πώς να περιμένεις να πιστέψουν σε εσένα μετά από όλα αυτά! Σταμάτα το!

[Κρατώντας τον από τον γιακά, ο Φρόιντ ταρακουνάει τον Ξένο.]

ΞΕΝΟΣ: Δεν μπορώ.

ΦΡΟΪΝΤ: [Με βία.] Συνέχισε! Κάνε κάτι! Σταμάτα αυτόν τον εφιάλτη. Τώρα!

ΞΕΝΟΣ: Δεν μπορώ! Όχι πια!

[Ο Ξένος αποσπάται, ανακτά τις δυνάμεις του και κλείνει το παράθυρο. Ο ήχος από τις μπότες εξαφανίζεται… Γέρνει στο παράθυρο εξαντλημένος.]

ΦΡΟΪΝΤ: Είσαι παντοδύναμος!

ΞΕΝΟΣ: Όχι δεν είμαι. Την ίδια στιγμή που έκανα τον άνθρωπο ελεύθερο, έχασα την παντοδυναμία μου, έχασα την παντογνωσία. Θα μπορούσα να ελέγξω τα πάντα, να ξέρω τα πάντα εκ των προτέρων, αν είχα φτιάξει ανδρείκελα.


Ερίκ -Εμανουέλ Σμιτ

Ο Ερίκ-Εμανουέλ Σμιτ γεννήθηκε στη Λυόν το 1960. Ο πατέρας του ήταν μποξέρ, η μητέρα του πρωταθλήτρια στίβου. Σπούδασε φιλοσοφία στην École Normale Supérieure. Το 1987, του απονεμήθηκε το πτυχίο του διδάκτορα για τη διατριβή του «Diderot and Metaphysics» στο Πανεπιστήμιο Paris-Sorbonne. Το πρώτο του θεατρικό έργο με τίτλο "La nuit de Valognes" ανεβαίνει στην Γαλλία το 1991. Ακολουθεί, δύο χρόνια αργότερα, η μεγαλύτερη μέχρι σήμερα θεατρική του επιτυχία, "Ο Επισκέπτης" (μτφρ. Σωτήρη Τσαφούλια – Αντώνη Γαλέου, Εκδόσεις ΚΑΠΑ, 2023, και παλαιότερη έκδοση, μτφρ. Ιωάννα Λεκάκου, Εκδόσεις Καστανιώτη, 2002), που τον κάνει γνωστό σε όλη την Ευρώπη. Το 1994 εκδίδεται το πρώτο του μυθιστόρημα με τίτλο "La Secte des égoistes". Ακολουθούν άλλα τέσσερα θεατρικά του έργα, από τα οποία το "Variation Enigmatiques"-(Αινιγματικές παραλλαγές), ανεβαίνει με πρωταγωνιστή τον Αλαίν Ντελόν και το "Fréderick" με πρωταγωνιστή τον Ζαν Πωλ Μπελμοντό, καθώς και το μυθιστόρημά του "Το κατά Πιλάτον Ευαγγέλιο" (στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Περίπλους). Τον Οκτώβρη του 2000 ανεβαίνει και πάλι στη σκηνή "Ο Επισκέπτης", αυτήν τη φορά με τη μορφή όπερας, σε μουσική Σταύρου Ξαρχάκου. Ακολουθούν δύο ακόμα μυθιστορήματα, τα "Η άλλη εκδοχή" (2001) και "Lorsque j' étais une oeuvre d' art" (2002).

***

Eric-Emmanuel Schmitt: Ο Επισκέπτης (The Visitor)
Μετάφραση: Σωτήρης Τσαφούλιας, - Αντώνης Γαλέος