«Ναι, αλλά μη χαλάς το σπιτικό σου»

«Ναι, αλλά μη χαλάς το σπιτικό σου»

Σχεδόν όλοι οι άνθρωποι που αποφασίζουν να χωρίσουν έχουν ακούσει κάποια στιγμή την παραπάνω μπούρδα. Αυτός που την εκστομίζει λίγο-πολύ εννοεί –εσκεμμένα ή άθελά του- «κεράτωσε, πες ψέματα, παίξε θέατρο, γίνε υποκριτής, ζήσε δυστυχισμένος, πέθανε από βαρεμάρα και ρουτίνα βρε αδερφέ, αλλά όχι, προς Θεού, μη χαλάς το σπιτικό σου, είναι ιερό». Η απλώς δεν έχει ιδέα τί σημαίνει να βρίσκεσαι σε μια σχέση συμβίωσης που δεν «τραβάει».

Γιατί το «σπιτικό» είναι το σύμβολο της οικογένειας, της αρχής της κοινωνίας μας. Γιατί η κοινωνία του ήθους και της χριστιανικών αξιών αποδέχεται ελαφρά τη καρδία το διαχωρισμό της ερωτικής σχέσης με την οικονομική, αλλά όχι, δε δέχεται “να χαλάνε τα σπιτικά”.

Βέβαια, με την λέξη «σπιτικό» δεν εννοούνται τα ντουβάρια και τα ταβάνια αλλά και άλλα πράγματα όπως οικογένεια, τα παιδιά, τα σόγια...

Ας βάλουμε όμως τα σειρά: Υποτίθεται πως πρώτα απ’ όλα συνάπτουμε ερωτική σχέση με κάποιον άνθρωπο. Μετά, για να τον βλέπουμε αρκετά, αποφασίζουμε να μείνουμε και μαζί. Σωστά; Και επειδή μένουμε μαζί μοιραζόμαστε έσοδα, έξοδα, χρόνο, δουλειές, διακοπές. Και μετά επειδή γουστάρουμε και πολύ και επειδή είμαστε πολύ σίγουροι γι’ αυτό κάνουμε και κανά-δυο παιδιά. Και αυτά όλα είναι «το σπιτικό». Αλλά κι έτσι να μην έγινε ακριβώς, η ουσία είναι πως προηγήθηκε η σχέση, ναι; Δεν παντρευτήκαμε για οικονομικούς λόγους. Τουλάχιστον όχι πρωτίστως γι’ αυτούς. Σωστά; Ή όχι; Κι αν όχι ο άλλος το ξέρει;

Στο επίκεντρο ενός γάμου καλό είναι βρίσκεται η ΣΧΕΣΗ μεταξύ των δύο ανθρώπων που αρχικώς τη συνάπτουν. Η ερωτική τους ΣΧΕΣΗ, όχι τα λεφτά, όχι «το σπίτι» ούτε καν «τα παιδιά». Αν μπει κάτι στο επίκεντρο, συχνά, προϊόντος του χρόνου έρχονται μπελάδες. Και δυστυχία. Για ΟΛΟΥΣ. Ιδίως «για τα παιδιά» στα οποία δίδεται το χειρότερο μάθημα που θα μπορούσε να τους δοθεί καθώς μαθαίνουν να μένουν εγκλωβισμένα σε μέτριες σχέσεις –στην καλύτερη- και στη δυστυχία -στη χειρότερη.

Και όταν η σχέση χαλάει (ή «μας τελειώνει» όπως είναι της μοδός να λέμε τελευταία) πρέπει να είμαστε έτοιμοι να αποχωριστούμε όλα αυτά που απέρρεαν από αυτή, οικονομικά και πρακτικά. Όταν η σχέση τελειώνει, τότε οι άνθρωποι που την δημιούργησαν έχουν κάθε δικαίωμα να «χαλάσουν» μονομερώς ή συναινετικά και το «σπιτικό» που προέκυψε από αυτήν. Κι όταν αυτό δε συμβαίνει, συχνά για οικονομικούς και πρακτικούς λόγους, ας γίνεται τουλάχιστον συνειδητά, με συμμετρική απόφαση των δύο μελών, χωρίς γκρίνια, δικαιολογίες και αυτολύπηση. Δεν μπορώ να φανταστώ τίποτα πιο θλιβερό για ένα γάμο στον οποίο μένει κανείς για οικονομικούς και πρακτικούς λόγους, ή και επειδή φοβάται τα σηκωμένα φρύδια των διάφορων «μηχαλαστοσπιτικάκηδων», παραμυθιάζοντας έτσι σύντροφο, παιδιά, συγγενείς και φίλους πως μένει από αυθεντική επιθυμία.

Το επόμενο ερώτημα είναι το εξής: «Ναι, αλλά τότε γιατί να κάνουμε σχέσεις και γάμους και οικογένεια και παιδιά; Αφού ούτε 10% δεν είναι οι πιθανότητες να καταλήξει καλά το πράγμα». Ε, και; Λίγο είναι 10%; Λίγο είναι να έχεις 10% πιθανότητες να βρεις κάποιον που θα μπορέσεις να ζήσεις μαζί του «till death do us apart»; Κι όμως είναι τεράστιο ποσοστό, αν σκεφτεί κανείς πως στη ζωή μας παίρνουμε πολύ μεγαλύτερα ρίσκα... Στο κάτω – κάτω κανείς δε σου επιβάλει να μην αλλάξεις άποψη για μια απόφαση που μπορεί να φαινόταν καλή πριν κάποια χρόνια αλλά όχι πλέον. Πόσο μάλλον όταν πρόκειται για μια απόφαση ζωής. Πρωτίστως της δικής μας, του καθενός από εμάς.

Στο κάτω-κάτω, καλύτερα να χαλάσει ένα «σπιτικό», από το να χαλάσουν μία, δύο ή και περισσότερες ζωές.

 

Facebook: Ανδρέας Τσιρίδης