Διαμαρτυρία με όρους νησιωτικής ταβέρνας του '70

Διαμαρτυρία με όρους νησιωτικής ταβέρνας του '70

Κάπου θα υπέπεσαν στην αντίληψή σας οι 7 κυρίες, ανάμεσά τους και η παγκοσμίου φήμης σοπράνο, κυρία Σόνια Θεοδωρίδου, οι οποίες, φορώντας χλαμύδες και σανδάλια, πρωτοστάτησαν σε διαμαρτυρία, στο Βρεττανικό Μουσείο, για τα Μάρμαρα του Παρθενώνα, που εκτίθενται εκεί, ζητώντας την επιστροφή τους στην Ελλάδα.

Το συμβάν αυτό διοργανώθηκε από το κίνημα «ΟΜΟΡΦΗ ΕΛΛΑΔΑ», που έχει ιδρύσει η κα. Θεοδωρίδου με το σύζυγό της, με σκοπό την προβολή της χώρας μας στο εξωτερικό, προβλήθηκε από αρκετά ελληνικά Μ.Μ.Ε. («ΝΕΑ», «ΑΥΓΗ» κ.λπ.), έτυχε αρκετά θερμής υποδοχής στη χώρα μας και διανθίστηκε με ελάχιστα κολακευτικά σχόλια για τις κυβερνήσεις μας, που αδιαφορούν για το εν λόγω θέμα.

Μόνο που επί της ουσίας το θέαμα ήταν τουλάχιστον κακόγουστο και χωρίς καμμία απολύτως επιτυχία, αν κρίνουμε από την παντελή απουσία αναφοράς του σε ξένα Μ.Μ.Ε. Το χειρότερο είναι, ότι ανέδειξε, για πολλοστή φορά, το γραφικό, αποσπασματικό και επιφανειακό τρόπο, με τον οποίο μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας αντιμετωπίζει κάποια σοβαρά θέματα. Ακόμα χειρότερα, ελάχιστος κόσμος στη χώρα μας ενοχλήθηκε από το κιτς του εγχειρήματος. Προσωπικά μου θύμισε το βίντεο, που η πρώην πρόεδρος κομματικής νεολαίας είχε γυρίσει για το ίδιο θέμα και με ανάλογο ύφος και βάθος. Η μόνη διαφορά είναι, ότι η κα. Θεοδωρίδου και οι συμπρωταγωνίστριές της δεν συμπλέουν με ακραίες υπερπατριωτικές ομάδες.

Δεν αμφισβητώ, ότι πίσω από το υπό σχολιασμό χάππενινγκ κρύβεται η αγάπη των συντελεστών του για την πατρίδα και η έγνοια για την επιστροφή των Μαρμάρων του Παρθενώνα στη χώρα μας. Ωστόσο, ακόμα και υπό αυτές τις προϋποθέσεις, η παρέμβασή τους παραμένει γραφική και δεν προσφέρει τίποτα απολύτως στην υπόθεση. Κυρίως, όμως, πιστοποιεί, ότι στο όνομα της αγάπης για την πατρίδα έχουν γίνει ουκ ολίγες γελοιότητες ακόμα και από ανθρώπους, που φημίζονταν για τη σοβαρότητά τους, στην προσπάθειά τους να εκθέσουν ένα ξένο κράτος, για να εκτεθούν, τελικά, οι ίδιοι. Και, σε τελική ανάλυση, το θέαμα Ελλήνων πολιτών, που φωτογραφίζονται με πανώ, χλαμύδες και σημαίες στο Βρεττανικό Μουσείο, μπροστά από τα Μάρμαρα του Παρθενώνα, είναι τόσο συνηθισμένο, που δεν κάνει καμμία, πλέον, εντύπωση σε κανένα.

Στα σοβαρά τώρα, το θέμα των Μαρμάρων του Παρθενώνα είναι πολύ σοβαρό, για να αντιμετωπιστεί με όρους νησιωτικής ταβέρνας της δεκαετίας του ’70 και με αυθόρμητες πατριωτικές εκδηλώσεις, που οφείλουμε να αποδεχθούμε, μόνο και μόνο επειδή είναι πατριωτικές. Η αείμνηστη Μελίνα Μερκούρη είχε πάρει πολύ ζεστά το ζήτημα και, μ’ όλες τις αστοχίες της, είχε κινηθεί σε διπλωματικό επίπεδο και είχε πετύχει να ευαισθητοποιήσει πολύ κόσμο χάρη στις επαφές της με προσωπικότητες του εξωτερικού και, βέβαια, χάρη στην προσωπικότητά της. Το τελικό αποτέλεσμα, βέβαια, ήταν αρνητικό, δεδομένων των νομικών και πραγματικών δυσκολιών του όλου εγχειρήματος, αλλά τουλάχιστον είχε περισσότερη απήχηση εκτός Ελλάδος, προσέφερε πολλά περισσότερα στην υπόθεση απ’ όλες τις μεταγενέστερες ενέργειες και σίγουρα ήταν μια ένδειξη έμπρακτης αγάπης για την πατρίδα.

Αν, λοιπόν, επιθυμούν κάποιοι συμπολίτες μας να δείξουν τον ενδιαφέρον τους για τα Μάρμαρα του Παρθενώνα και την ανάγκη επιστροφής τους στην Ελλάδα, οφείλουν να αντιμετωπίσουν την κατάσταση με την ανάλογη σοβαρότητα και να έχουν υπόψη τους, ότι ο σχετικός αγώνας τους θα είναι πολυεπίπεδος και μακροχρόνιος. Με άλλα λόγια, θα χρειαστεί να απομακρυνθούν από τη λογική του ξεμπροστιάσματος της μεγάλης δύναμης μέσω δρωμένων και να κινηθούν σε πολιτικό, νομικό και διπλωματικό επίπεδο. Θα χρειαστεί να δαπανηθεί περισσότερη φαιά ουσία και το αποτέλεσμα θα είναι αβέβαιο αλλά τουλάχιστον θα προδίδει περισσότερη σοβαρότητα και προετοιμασία. Και, κυρίως, δεν θα εκθέτει τη χώρα μας.