-Μαύρη κι απαίσια θα βγει τούτη η μελαγχολία, αν συμβουλή καλή δεν του αφαιρέσει την αιτία.
-Η αγάπη με δεμένα μάτια πώς βρίσκει στα στραβά τους πόνους και τα πάθια;
-…η απλοχεριά μου έχει της θάλασσας την άπλα, και η αγάπη μου το βάθος της, όσο περσότερη σου δίνω, τόσο περσότερη έχω, τί άπειρα είναι και τα δυο.
-…η αρετή κακά βαλμένη γίνεται κακία
-Ω! έχουν τεράστια δύναμη όσες χάρες κρύβονται στα χόρτα, στα φυτά, στις πέτρες, στις ουσίες τους…
-Με τη νωπή του φλούδα αυτό το αδύνατο άνθος δίνεται να γιατρεύει, μα είναι και φαρμάκι: αν το μυρίσεις, το λιγάκι αυτό πολύ σε ευφραίνει, αν το γευτείς, σ΄ αναισθητεί και σε πεθαίνει.
-…ο έρωτας των νέων… στα μάτια τους.
-Παρακαλώ μη με μαλώνεις, γιατί αυτή που θέλω τώρα δίνει αντίχαρη στη χάρη και στην αγάπη αγάπη
-Αυτές οι απότομες χαρές απότομα έχουν τέλη, στον θρίαμβό τους ξεψυχάν, σαν φλόγα και μπαρούτι, φιλιώνται και αναλώνονται: το μέλι ξελιγώνει με την πολλή του γλύκα και χαλάει η γέψη του την όρεξη: γι’ αυτό κρατήσου στην αγάπη, έτσι κρατάει πολύ η αγάπη…
-Η ιδέα, πιο πλούσια στην ουσία παρά σε λόγια, καμάρι την αξία της έχει, όχι στολίδια…
-…έχω αιτία να σ΄αγαπάω κι αυτό ‘ναι λόγος πολύ αρκετός που δε με πιάνει οργή
-Ω, γλυκιά Ιουλιέττα! Η ομορφιά σου μ΄έκανε γυναικωτόν κι έγινε μαλακό τ΄ατσάλι της ανδρείας μου!
-Κουκούλωσε το αντρόφοβο αίμα μου, που δέρνεται στα μάγουλά μου, με τον μαύρο σου μαντύα, ώσπου η καρδιά η αμάθητη να πάρει θάρρος να λέει αθώα σεμνότητα την πράξη αγνής αγάπης.
-…κι όταν πεθάνει πάρ΄τον, σκόρπα τον αστράκια και τόσο τ΄ουρανού την όψη θα λαμπρύνει που όλος ο κόσμος θα ερωτευτεί τη νύχτα και πια δεν θα λατρεύει τον λαμπρόφωτο ήλιο.
-…πες μου θάνατο, γιατί της εξορίας η όψη πιο τρομαχτική ‘ναι απ΄του θανάτου
-…της δυστυχίας το γλυκό γάλα, τη φιλοσοφία, παρηγοριά σου κι ας πηγαίνεις εξορία…
-…λίγη λύπη δείχνει αγάπη πλούσια, μα η πλούσια λύπη δείχνει μάλλον αίσθημα φτωχό.
-…χάρη σας χρωστάω ακόμα και για το μίσος σας, αν είναι το νόημά του αγάπη.
-Αγάπη, δωσ΄ μου δύναμη! Κι η δύναμη θα δώσει βοήθεια.
–Θάνατος είναι απάνω της σαν πρώιμη παγωνιά στο πιο όμορφο λουλούδι όλου του κόσμου.
-…με της ζωής τα δάκρυα η λογική γελάει.
-Γι΄αυτήν η πιο μεγάλη ευκή σας ήτανε να πρόκοβε ν’ανέβαινε ψηλά, γιατ΄ ήταν ο ουρανός σας, και τώρα κλαίτε βλέποντας που ανέβηκε πάνω απ΄τα σύγνεφα ψηλά στον ουρανό. Ω το παιδί σας τ΄αγαπάτε με άσκημην αγάπη που τρελαθήκατε όταν είδατε τη χάρη του, άχαρος είν΄ο γάμος που τραβάει σε μάκρος, πιο καλοπαντρεμένη όποια πεθαίνει νέα.
-Πάρ’ το χρυσάφι σου, χειρότερο φαρμάκι στις ψυχές των ανθρώπων, που στον άθλιο τούτον κόσμο σκοτώνει πιο πολλούς, απ΄τα ελεεινά σκονάκια σου, που δεν μπορείς να τα πουλήσεις: δηλητήριο εγώ σου πούλησα, όχι εσύ.
Από το βιβλίο του Shakespeare William «Ρωμαίος και Ιουλιέτα»