Ο διάλογος κλασικός. Μετά τα εσώρουχα και τις κάλτσες, η έννοια της μάνας στη δεκαετία του ’80, ήταν τα παπάκια. Αυτά τα ανεπανάληπτα και πλέον all time classic 50άρια μηχανάκια. Στις ηλικίες 16 ως 25, οι πωλήσεις έκαναν θραύση. Οι μύθοι της εποχής, σχετικά με αυτούς που τα καβαλούσαν και τα ατυχήματα στους δρόμους, ήταν ατελείωτοι.
«Μάνα, θα αγοράσω μηχανάκι».
«Όχι παιδί μου, μην μου το κάνεις αυτό (τράβηγμα μαλλιών). Φοβάμαι, σε παρακαλώ. Κάνε υπομονή να πάρεις αυτοκίνητο».
Και αυτός ο διάλογος κλασικός. Όλοι ήθελαν ένα παπάκι γιατί ήταν μόδα, δεν απαιτούσε ιδιαίτερες οδηγικές ικανότητες, ήταν φθηνό και «σήκωνε» πολλές τροποποιήσεις στον κινητήρα και τη γενική εμφάνιση. Η αγορά τους γινόταν με λίγα λεφτά προκαταβολή και μετά γραμμάτια, ενώ η απόκτηση διπλώματος μοτοποδηλάτου ήταν εύκολη υπόθεση και άμα λάδωνες τους εξεταστές ευκολότερη.
Το προσωνύμιο «παπί» δεν είναι απολύτως διευκρινισμένο πως το απέκτησε. Οι απόψεις είναι ότι είτε λόγω του θορύβου του, είτε λόγω της εμφάνισής του. Το πιθανότερο είαναι ότι πήρε το όνομα απο τον ήχο πα-πα-πα, που έκανε μόλις αφαιρούσες την εξάτμιση απο το μοτέρ.
Τα πειραγμένα
Τα Super Club 50cc και οι οδηγοί τους, είχαν ένα ιδιαίτερο στιλ.
Ο αναβάτης, μόλις αγόραζε το παπάκι, έριχνε άλλα τόσα λεφτά για να το κάνει «αγριόπαπια». Έβγαζε αμέσως τους καθρέπτες και τη σχάρα.
Έβγαζε την ποδιά. Έκοβε τα φτερά. Άσπριζε την πινακίδα για να ξεφεύγει από τα μπλόκα ή την έκοβε για να μην ενοχλεί στη σούζα, και «πείραζε» τον κινητήρα για να το κάνει 72cc.
Σταδιακά, τα κυβικά ανέβαιναν και άλλαζαν οι ρόδες, η σέλα, τα φλασάκια, και οτιδήποτε άλλο «φορούσε» το εργοστασιακό μηχανάκι.
Ακολουθούσε πάντα η σχετική μόστρα του «γκαζιού» μπροστά από καφετέριες και πλατείες και σε ορισμένες περιπτώσεις παίζονταν στοιχήματα σε κόντρες με παπάκια. Ο θρύλος λέει ότι κάποιοι έκαιγαν κηροζίνη και πέταγαν στις κόντρες στην περιφερειακή στην Κατεχάκη.
Πάντως, αρκετοί άφηναν την ποδιά επάνω και κολλούσαν διάφορα αυτοκόλλητα, εκεί ή στο φανάρι, με χαρακτηριστικότερο αυτό που απεικόνιζε τον λύκο.
Το στράβωμα των ποδιών
Ένας οδηγός «πάπιας» που σεβόταν τον εαυτό του, έπρεπε να ξέρει να στήνεται σε αυτό. Το στυλ απαιτούσε από τον οδηγό να κάθεται στη σέλα όσο πιο μπροστά μπορούσε. Τα γόνατα να είναι κολλητά και στους μασπιέδες, τα πόδια στραβά προς τα μέσα με τις φτέρνες προς τα έξω. Το κράνος ήταν «ξενέρωτο», καθώς η μοδάτη χαίτη έπρεπε να ανεμίζει.
Η συνέχεια εδώ
Πηγή: mixanitouxronou.gr