Ελένη Λαυρεντάκη
Γεννήθηκα και ζω στην Κρήτη. Είμαι γραφίστας - τυπογράφος και τα τελευταία χρόνια διοχετεύω τις καλλιτεχνικές (και όχι μόνο) ανησυχίες μου στον Κλόουν.
Αχ, τι βαρύ έγκλημα έκανα να μην πω πως σ’ αγαπούσα πολύ, πολύ,
όσο δε λέγεται, όσο δε γράφεται, όσο δεν αντέχεται.
Τότε μπορεί και να μην έφευγες.
Τον αγαπήσαμε, πολύ τον αγαπήσαμε
αυτόν τον απαίσιο – αυτόν τον θεσπέσιο –
κόσμο μας.
Τον αγαπήσαμε κι ας τον βλέπαμε
πίσω απ’ τα σίδερα.
Ποιος χτυπάει το τζάμι;
Ένα πουλί!
Φαντάστηκες ποτέ πουλί
τόσο επίμονα με τη μύτη
τικ τικ, τικ τικ
κι έπειτα πάλι: τικ τικ…
Η περιοχή που διαχωρίζει την ψυχή απ’το μυαλό
προσβάλλεται ποικιλοτρόπως
από την εμπειρία –
Κάποιοι χάνουν όλο το μυαλό και γίνονται ψυχή:
τρελοί.
Θα ξέρεις πως δε σ' αγαπώ και πως
σ' αγαπώ αφού η ζωή μας δυο έχει τρόπους,
η λέξη είναι φτερούγα της σιωπής,
έχει η φωτιά το 'να μισό από κρύο.
Οι εραστές είναι ακριβά, ένδοξα κύπελλα, όπου ο ένας πίνει τον άλλον.
Το πρωί πηγαίνουν σε ολοπόρφυρους, βασιλικούς δρόμους
και το βράδυ πλαγιάζουν σε κρεβάτια κι από θρύλους πιο βαθειά.
Την πόρτα ανοίγω το βράδυ,
τη λάμπα κρατώ ψηλά,
να δούνε της γης οι θλιμμένοι,
να ’ρθούνε, να βρουν συντροφιά.
Πάλι μια Κυριακή στενάζει μέσ’ στο κρύο
είναι του στήθους η μεγάλη παγωνιά
η φεγγερή μου ανάσα
όπως ο γαλανός καρπός βοά σ’ έν’ άδειο καλοκαίρι.