Το άδοξο τέλος της Αλεπούς της Ερήμου

22.07.2017
Το άδοξο τέλος της Αλεπούς της Ερήμου

Η αποτυχία του πραξικοπήματος (Επιχείρηση Βαλκυρία) κατά του Χίτλερ, στις 20 Ιουλίου του 1944, είχε ως αποτέλεσμα, στους μήνες που ακολούθησαν, να αυτοκτονήσουν, να πεθάνουν από βασανιστήρια ή να εκτελεστούν 4.980 άνθρωποι – το άνθος του γερμανικού αντιναζισμού. 

Ο συνταγματάρχης Claus von Stauffenberg, κεφαλή της συνωμοσίας, ο στρατηγός του πεζικού Friedrich Olbricht, ο συνταγματάρχης Albrecht Mertz von Quirnheim και ο υπολοχαγός Werner von Haeften εκτελέστηκαν την ίδια νύχτα – λίγο πριν ή λίγο μετά τα μεσάνυχτα προς την 21η Ιουλίου, κατά διαταγή του στρατηγού Friedrich Fromm, με προσωπική απόφαση του ιδίου.

Πολλοί αυτοκτόνησαν αμέσως μετά. Χιλιάδες συνελήφθησαν, δικάστηκαν και εκτελέστηκαν, έχοντας κριθεί ένοχοι εσχάτης προδοσίας. Χαρακτηριστική είναι η εκτέλεση του νομικού Helmuth von Moltke στις αρχές του 1945, ενός ανθρώπου που είχε συλληφθεί πριν από το πραξικόπημα γιατί αντιδρούσε στις παραβιάσεις του Διεθνούς Δικαίου από το ναζιστικό καθεστώς και, όχι μόνο δεν συμμετείχε στο πραξικόπημα, αλλά ήταν οπαδός της μη βίαιης αντίστασης. Ο Μόλτκε κρίθηκε ένοχος εσχάτης προδοσίας και καταδικάστηκε σε απαγχονισμό, απλώς επειδή „οραματιζόταν“ μια Γερμανία χωρίς τον Χίτλερ.

Μόνον έναν δεν τόλμησε ο Χίτλερ να κατηγορήσει επίσημα: τον Erwin Rommel, τον δοξασμένο και λαοφιλή στρατηγό που έμεινε γνωστός στην Ιστορία με το προσωνύμιο «der Wüstenfuchs» - Αλεπού της Ερήμου.

Δεν είναι σαφές εάν ο Ρόμελ συμμετείχε στο σχεδιασμό του πραξικοπήματος. Σύμφωνα με τη σύζυγο και το γιο του, βρισκόταν μεν σε επαφή με αντιστασιακές ομάδες αλλά ο ίδιος δε συμμετείχε. Ο γιος του αναφέρει ότι είχε στείλει τηλεγραφήματα στον Χίτλερ, με τα οποία τον προέτρεπε να συνθηκολογήσει. Μετά το πραξικόπημα, μάλιστα, τα κρατούσε μονίμως στην τσέπη της στολής του, έτσι ώστε, σε περίπτωση που τον συλλάβουν, να τα επιδείξει ως απόδειξη ότι δεν ήταν από ‘κείνους που ενεργούσαν πισώπλατα. Τους μήνες μετά το πραξικόπημα, ο Ρόμελ περίμενε τη σειρά του. Το καθεστώς τον είχε καλέσει στο Βερολίνο, από το Χέρλινγκεν όπου ζούσε, με τη δικαιολογία ότι θα τον χρησιμοποιούσαν και πάλι σε επιτελική θέση. Ο Ρόμελ – δεν τον έλεγαν άδικα ‘αλεπού’ – δεν πήγε. 

«Αν πάω, δε θα με ξαναδείτε.» Είχε πει στους δικούς του. «Δεν πρόκειται να τους κάνω τη ζωή τόσο εύκολη.»

Το Σάββατο 14 Οκτωβρίου του 1944, κατά τις 11 πριν το μεσημέρι, έφτασαν στο Χέρλινγκεν οι στρατηγοί Burgdorf και Maisel. Η επίσκεψή τους είχε προαναγγελθεί κι ο Ρόμελ τους περίμενε. Πριν ακόμα φτάσουν, ο τόπος είχε γεμίσει πράκτορες της Γκεστάπο. Κατά τη διάρκεια της ολιγόλεπτης κουβέντας που είχε ο Ρόμελ με τους δυο στρατηγούς, γείτονες τηλεφωνούσαν ανήσυχοι για να ενημερώσουν για περίεργες κινήσεις γύρω από το σπίτι των Ρόμελ και για το ότι ο δρόμος είχε αποκλειστεί. 

Οι στρατηγοί είπαν με δυο λόγια αυτά που έπρεπε να πουν: Η διαταγή του Χίτλερ προς τον Ρόμελ ήταν να αυτοκτονήσει. Είχαν φέρει μαζί τους, μάλιστα, την κάψουλα με το υδροκυάνιο. Η λύση της αυτοκτονίας, του είπαν, ήταν η χάρη που του δινόταν εξαιτίας της προσφοράς του στον πόλεμο. Μ’ αυτήν, του δινόταν η ευκαιρία να αποφύγει τρία πράγματα: τη δίκη και το διασυρμό, την αγχόνη, και την κίνηση διαδικασιών εναντίον των μελών της οικογενείας του. 

Τον διαβεβαίωσαν ότι το δηλητήριο ενεργεί εντός τριών δευτερολέπτων. Ως αιτία του θανάτου του θα ανακοινωνόταν ‘εγκεφαλικό επεισόδιο’, που θα γινόταν εύκολα πιστευτό, δεδομένου του τραυματισμού που είχε υποστεί ο Ρόμελ στο κεφάλι. Αφού αποχαιρετήσει τους οικείους του, έπρεπε να ακολουθήσει τους στρατηγούς στην Ουλμ, όπου – υποτίθεται – θα λάμβανε μέρος σε μια σύσκεψη. Εκεί θα του ‘συνέβαινε’ το ‘εγκεφαλικό’. Στη συνέχεια θα ενημερωνόταν η οικογένειά του τηλεφωνικά και η κηδεία του θα γινόταν δημοσία δαπάνη, στο Βερολίνο. 

Ο Ρόμελ ήξερε πως δεν είχε επιλογή. Ήξερε ότι ο Χίτλερ δεν θα τολμούσε να τον πάει σε δίκη αλλά θα τον εξόντωνε πάση θυσία. Θα πήγαινε με τους στρατηγούς. Ζήτησε μόνο, η κηδεία του να γίνει χωρίς φανφάρες, στον τόπο του.

“Δέκα με δεκαπέντε λεπτά πήρε του πατέρα μου να μας αποχαιρετήσει”, διηγείται ο γιος του Ρόμελ, Μάνφρεντ. “Μου έδωσε το χαρτοφύλακά του και τα κλειδιά. Οι στρατηγοί περίμεναν απ’ έξω.”

Μπήκε στο αυτοκίνητο που οδηγούσε ένας αξιωματικός των SS. Δεν έφτασαν καν στην Ουλμ. Στα όρια του Χέρλινγκεν, ο Ρόμελ πήρε το δηλητήριο. Σε πολύ λίγο χρόνο μετά την αναχώρηση, η κυρία Ρόμελ ενημερώθηκε τηλεφωνικά, ότι ο άνδρας της, στο αυτοκίνητο ακόμη, αισθάνθηκε μια ξαφνική αδιαθεσία και πέθανε από εμβολή. Την ίδια μέρα κατέφθασαν συλλυπητήρια τηλεγραφήματα από τον Χίτλερ, τον Γκέρινγκ, τον Χίμλερ κι όλη τη ναζιστική ηγεσία.

20258411 506421196365931 1648540115256753633 n

Στην ημερησία διαταγή, ο Χίτλερ έπλεξε το εγκώμιο του νεκρού με παχειές κουβέντες: 

„Sein Name ist im gegenwärtigen Schicksalskampf des deutschen Volkes der Begriff für hervorragende Tapferkeit und unerschrockenes Draufgängertum.”

Η κηδεία έγινε στην Ουλμ. Αντίθετα με τη θέλησή του Ρόμελ, μετατράπηκε σε ναζιστική φιέστα.

***

Limao Qian