×

Προειδοποίηση

JUser: :_load: Αδυναμία φόρτωσης χρήστη με Α/Α (ID): 105

Σημάδια και Τέρατα

Σημάδια και Τέρατα

Έχω σημάδια ρε φίλε. Να δες εδώ, το βλέπεις; Αυτό το έπαθα όταν εκνεύρισα τη μάνα μου. Μου είχε πει να μην βάζω το χέρι στο μάτι της κουζίνας γιατί θα καεί, και εγώ όλο το έχωνα, να δω… θα καεί; Ή σαν τον Άγιο Βασίλη και αυτό είναι ένα ψέμα;

Τα πήρε κάποτε η γυναίκα και αναφώνησε «ε βαλ’ το» και εγώ με περίσσια χαρά που κατάφερα αυτό που ήθελα, πήγα και το κόλλησα ηδονικά πάνω στο πυρωμένο μάτι. Ήταν η στιγμή που έμαθα να μην ακούω σε όλα τη μάνα μου.

Και να ‘ταν μόνο αυτό; Να δες το γόνατο μου. Το βλέπεις; Ασε αυτό πια δεν είναι σημάδι, τραύμα το λες. Πως το έπαθα; Ένα καλοκαίρι, την εποχή που μόλις είχα αρχίσει να γρυλίζω απειλητικά στον κόσμο γύρω μου, να ξέρουν πως δαγκώνω, άκουσα έναν στην παρέα που πολύ αντιπαθούσα, να λέει πως αυτός πηδάει καλύτερα απ' όλους από την αποβάθρα -με το ύψος της οποίας μετρούσαμε το θάρρος μας- και αποφάσισα να μην το δεχτώ. Εγώ πηδούσα καλύτερα απ όλους και όφειλε να το γνωρίζει αυτό. Δέχτηκε την πρόκληση με ένα δόλιο χαμόγελο που τότε νόμισα πως μεταφραζόταν αλλιώς. Με οδήγησε στην άκρη της αποβάθρας, με κοίταξε με μάτια γελαστά και με ρώτησε αν είμαι σίγουρη. Φυσικά και ήμουν. Ανασήκωσε τους ώμους με αδιάφορο χαμόγελο, γεμάτος βεβαιότητα για την κυριαρχία του και μου έδειξε το νερό. Άνοιξα τα χέρια και βούτηξα, με το κεφάλι. Ευτυχώς κάτι σαν να είδα την τελευταία στιγμή και άλλαξα το σώμα μου λίγο. Το σκουριασμένο σίδερο που έβγαινε από έναν βουλιαγμένο τσιμεντόλιθο πέρασε ξυστά από το γόνατο μου και το έγδαρε βίαια, γέμισε ο τόπος αίματα και ακόμα και σήμερα, μου είναι αδύνατο να γονατίσω.

Για να μην σου πω για εκείνη την φορά που βιαζόμουν και έπαθα αυτό εδώ που βλέπεις στην μέση μου. Ομαδάρχης σε κατασκήνωση, έτρεχα όλη τη μέρα να φροντίζω τα μικρά. Τα της υγιεινής τα αναλάμβανα κυρίως εγώ καθώς η πρώτη ομαδάρχης σιχαινόταν. Πώς έγινε και μια μέρα, χωρίς να μου το πει αποφάσισε να έρθει στο μπάνιο να με βοηθήσει και έριξε παντού νερά, μυστήριο. Πάντως εγώ βγαίνοντας από εκεί που βάζαμε τα μικρά να πλυθούν, πάτησα σε βρεγμένο πάτωμα και απογειώθηκα σε μια θεαματική πτώση που με έστειλε να καρφωθώ με τη μέση σε ένα τοίχο. Μου άφησε αυτό το εδώ, το βλέπεις; Πάντα με τραβάει και μου είναι από τότε αδύνατο να σκύψω.

Το χειρότερο βέβαια είναι αυτό εδώ, ε ναι γιατί είναι πάνω στην μόστρα, καταμεσής της μούρης μου. Πώς; Δε φαίνεται και τόσο; Ε πάλι καλά, όταν το έπαθα όμως πόνεσε περισσότερο από όλα τα άλλα μαζί. Και είναι τόσο ηλίθιο το πώς έγινε, δηλαδή, δεν αξίζει καν να το συζητάμε. Απλά μια μέρα, εκεί που σφουγγάριζα το δωμάτιο μου, μια ωραία Κυριακή σαν τόσες άλλες, ενώ το φαγητό μου ψηνόταν στην φωτιά, το καναρίνι τραγουδούσε τα δικά του και όλα ήταν καλά, σαν να με έπιασε ένας λήθαργος, σαν να με πήρε ο ύπνος … κάτι κάπως έγινε πάντως και ξαφνικά, έτσι όπως στεκόμουν έπεσε το κεφάλι μου βαρύ, πάνω στην σφουγγαρίστρα. Μου έκανε με το κοντάρι αυτό εδώ. Από τότε κρατάω πάντα τα μάτια ανοιχτά, ακόμα και με οδοντογλυφίδες.

Έχω τραύματα ρε φίλε, αλλά φαντάσου να μην είχα... πως θα ήμουν τώρα ε; Θα άκουγα την μάνα μου, θα γονάτιζα σε κάθε ευκαιρία, θα έσκυβα κεφάλι και θα έκλεινα τα μάτια ...