Φιλοσοφία

Για να έχει ένα θεατρικό έργο επιτυχία και να αγγίξει το κοινό, θα πρέπει να είναι αληθοφανές, αλλά όχι αληθινό. Αυτό γράφει ο Αριστοτέλης στην «Ποιητική» του. Η ψεύτικη ιστορία είναι γοητευτική, διασκεδαστική και λειτουργεί καταπραϋντικά στην ψυχολογική μας κατάσταση. Η αλήθεια μας αγριεύει.

«Γιατί πείνασα, και μου δώσατε να φάω, δίψασα, και μου δώσατε να πιω, ξένος ήμουν, και με περιμαζέψατε, γυμνός ήμουν, και με ντύσατε, αρρώστησα, και με επισκεφτήκατε, στη φυλακή ήμουν, και ήρθατε κοντά μου. Tότε θα αποκριθούν οι δίκαιοι και θα του πούνε: Kύριε, πότε σε είδαμε να πεινάς και σε θρέψαμε ή να διψάς και σου δώσαμε να πιεις; Kαι πότε σε είδαμε ξένο και σε περιμαζέψαμε ή γυμνό και σε ντύσαμε; Kαι πότε σε είδαμε άρρωστο ή στη φυλακή και σε επισκεφτήκαμε; Kαι θ’ αποκριθεί ο βασιλιάς και θα τους πει: Πραγματικά, σας λέω, καθόσον τα κάνατε αυτά σ’ έναν από τους αδελφούς μου αυτούς τους ασήμαντους, σ’ εμένα τα κάνατε».

Ο συναισθηματικός μας κόσμος, η ισορροπία αυτού καθώς και ο τρόπος με τον οποίο τον εκφράζουμε εξαρτάται από την τοπόθετηση ζωής την οποία ο καθένας από εμάς ενστερνίζεται και εφαρμόζει. Συχνά παρατηρούμε μία αδυναμία υγιούς συναισθηματικής έκφρασης η οποία απλώνει τα πλοκάμια των συνεπειών της σε διάφορα επίπεδα της κοινωνικής και σεξουαλικής ζωής του ατόμου.

Μην σας ξεγελά ο τίτλος, δεν πρόκειται για την βιολογική εξέλιξη του ανθρώπου, αλλά για ένα γεγονός που πάνω σε αυτό έμελε να δομηθεί η ζωή μου.

Μικρός σαν ήμουν, 4-5 χρονών, θαύμαζα ένα ζώο πάρα πολύ, τον πίθηκο. Θυμάμαι τον πατέρα μου να μου δείχνει στον υπολογιστή ένα παιχνίδι όπου μια ομάδα πιθήκων προσπαθούσε να αριθμήσει πόσες μπανάνες έχει ο καθένας αλλά και όλοι μαζί. Εσύ, ως χρήστης, τους βοηθούσες στην καταμέτρηση. Αμφιβάλλω αν αυτοί που μαζεύουν μπανάνες ως επάγγελμα έχουν αριθμήσει τόσες όσες εγώ εκείνη τη χρονιά.

Η αγάπη φίλε μου δεν είναι φρούτο να το πουλήσεις στον πάγκο της λαϊκής. 

«Έλα πάρε κόσμε»,  κι όταν πλησιάζει το μεσημέρι κι είσαι έτοιμος να μαζέψεις τον πάγκο, να την δώσεις όσο όσο για να την ξεφορτωθείς. 

Δεν την ξεχωρίζεις με τις μέρες της εβδομάδος. 

Δεν ξέρω που είσαι. Ξέρω που ήσουνα όμως.

Δεν ξέρω τι λες. Θυμάμαι όμως πάντα αυτά που έλεγες.

Δεν ξέρω που κοιμάσαι. Νιώθω απλά ακόμα την ηρεμία όταν  ξεκουραζόσουν.

Σοβαρά και με το χέρι στην καρδιά, έλα να πούμε αλήθειες.

Εσύ, ο άντρας  στα χαρτιά και στην προσφώνηση Κύριος.

Μην καλυφθείς πίσω απ αυτά που λες στους υπόλοιπους, ούτε καν πίσω απ αυτά με τα οποία πείθεις τον εαυτό σου.

Μην έρθεις αν δεν είσαι σίγουρος ότι θέλεις να έρθεις.

Αν η αμφιβολία σου είναι ισχυρότερη από τη θέληση. Αν τα πόδια σου δεν σε τραβάνε να βάλεις τα παπούτσια.

Μην έρθεις αν δεν έχεις μάθει πρώτα να κουβαλάς το βάρος της ζωής σου.

Σε μία κοινωνία που το πνεύμα ατονεί και η ψυχή χάνεται στο κυκεώνα του «φαίνεσθαι» και της «τέλειας» εικόνας σε μία προσπάθεια να γεμίσει τα τενεκεδένια κονσερβοκούτια άδειων συναισθημάτων που τη ρυπαίνουν, η τελειοθηρία βρίσκει γόνιμο έδαφος για να απλώσει τα πλοκάμια της. Ανθρώπινες ψυχές πνιγμένες σε μία αγχώνη υψηλών προσδοκιών που το «είναι» τους θέτει.

Φοβάμαι.

Φοβάμαι γιατί ζω σ έναν κόσμο που δεν πολεμάει για τίποτα.

Κάθεται στον καναπέ του και δεν ξεβολεύεται ούτε για να αλλάξει κανάλι στην τηλεόραση. Στέλνει τη γάτα, το σκύλο, το παιδί του ή ακόμα χειρότερα «εύχεται» το κανάλι να αλλάξει μόνο του.

Καθισμένη οκλαδόν, ράβω το πανί μου. 

Κλωστές βγάζει η ψυχή μου, βελόνες το μυαλό μου. 

Δεν βλέπω τόσο καλά πλέον για να περάσω την κλωστή στη βελόνα, αλλά όταν τελειώσω, το πανί μου θα είναι πάλι γερό όπως στην αρχή. 

Οφείλω να πω ότι είμαι αρκετά μεγάλη πια, για να θυμάμαι ακριβώς τι έκανα μικρή.

Θυμάμαι όμως τη μεγάλη σκούπα που γυάλιζε τα μωσαϊκά, τα προσεκτικά περασμένα με παρκετίνη.

Το άνοιγμα του μπαουλοντίβανου για να βγουν από μέσα τα «καλά» κεντήματα.

Σελίδα 31 από 38