
Ελένη Λαυρεντάκη
Γεννήθηκα και ζω στην Κρήτη. Είμαι γραφίστας - τυπογράφος και τα τελευταία χρόνια διοχετεύω τις καλλιτεχνικές (και όχι μόνο) ανησυχίες μου στον Κλόουν.
«Η κοπέλα απέναντι στο άλσος
συνομιλεί μ’ επιθυμίες κι ατσάκιστα μυστικά.
Τα χέρια της δείχνουν τους δρόμους
τα πόδια της προσανάβουν το τραγούδι της χλόης
τα μάτια της καλημερίζουν το δροσερό φως.
«Μπήκε σκυμμένος σα να κουβαλούσε στους ώμους του το βάρος
μιας άνεργης μέρας,
το βάρος μιας λασπωμένης πολιτείας με κλειστά παράθυρα
κ’ ένα σφυρί που δε χτύπησε στο σίδερο.
Σάββατο
—Δεν ξέχασα τίποτε όλα είναι στη θέση τους
ταχτοποιημένα κατά σειρά περιμένοντας το χέρι να διαλέξει
μόνο δεν μπόρεσα να βρω τα παιδικά χρόνια
μήτε τον τόπο που γεννήθηκε ο ήρωας του δράματος
Μιλοῦσες γιὰ πράγματα ποὺ δὲν τἄ ῾βλεπαν κι αὐτοὶ γελοῦσαν
Ὅμως νὰ λάμνεις στὸ σκοτεινὸ ποταμὸ
Πάνω νερὰ
Μπέρτολτ Μπρεχτ | Αυτός που αγαπώ
Αυτός που αγαπώ
μου είπε ότι με χρειάζεται.
Γι΄ αυτό, προσέχω τον εαυτό μου
βαδίζω με προφύλαξη
και φοβάμαι κάθε στάλα βροχής
μηδά και με σκοτώσει...
Η Αλμήτρα είπε: Μίλησέ μας για την Αγάπη.
Κι εκείνος, ύψωσε το κεφάλι του κι αντίκρυσε το λαό, κι απλώθηκε βαθιά ησυχία.
Και με φωνή μεγάλη είπε:
Δεν έφταιγεν ο ίδιος, τόσος ήτανε
η εποχή, τα βάρη, οι συνθήκες
κι άλλοι την πάθανε που τότε είπαν το ναι
και δεν ακούσανε των παλιών τις υποθήκες
Όλη τη νύχτα πάλεψαν απεγνωσμένα να σωθούν απ’ τον εαυτό τους,
δαγκώθηκαν, στα νύχια τους μείναν κομμάτια δέρμα, γδαρθήκανε
σαν δυό ανυπεράσπιστοι εχθροί, σε μια στιγμή, αλλόφρονες, ματωμένοι βγάλανε μια κραυγή
σαν ναυαγοί, που λίγο πριν ξεψυχήσουν, θαρρούν πως βλέπουν φώτα, κάπου μακριά.
Όταν μιαν άνοιξη χαμογελάσει
θα ντυθείς μια καινούργια φορεσιά
και θα 'ρθεις να σφίξεις τα χέρια μου
παλιέ μου φίλε