Οδυσσέας Ελύτης | Το παράπονο
Τάσος Λειβαδίτης - Αὐτὸς ποὺ σωπαίνει
Τὸ σούρουπο ἔχει πάντα τὴ θλίψη
ἑνὸς ἀτέλειωτου χωρισμοῦ
Κι ἐγὼ ἔζησα σὲ νοικιασμένα δωμάτια
μὲ τὶς σκοτεινὲς σκάλες τους
ποὺ ὁδηγοῦνε
ἄγνωστο ποῦ…
Κατερίνα Γώγου | Θολούρα
Σηκώθηκε και τους ετοίμασε τέλεια το πρωινό
με μαθηματικές κινήσεις.
Τους χαιρέτησε: Στο καλό σας αγαπάω μην αργήσετε
απ’ το σοφά γυαλισμένο κεφαλόσκαλο.
Γιάννης Ρίτσος - Γυναίκες
Είναι πολύ μακρινές οι γυναίκες. Τα σεντόνια τους μυρίζουν καληνύχτα.
Ακουμπάνε το ψωμί στο τραπέζι για να μη νιώσουμε πως λείπουν.
Τότε καταλαβαίνουμε πως φταίξαμε. Σηκωνόμαστε απ’ την καρέκλα και λέμε:
«Κουράστηκες πολύ σήμερα», ή «άσε, θ’ ανάψω εγώ τη λάμπα».
Λένα Πλάτωνος | Η λάθος αγάπη
Είμαστε,
συναρτήσεις φλύαρων απόπατων,
αρμονικών χρωμάτων,
ανάπηρων λοστών
όταν λιώνει το σπίρτο απάνω στο χέρι μας,
Νικηφόρος Βρεττάκος | Σοῦ στήνω μία καλύβα
Σοῦ στήνω μιὰ καλύβα στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων,
ἕνα κῆπο νὰ περπατᾷς, ἕνα ρυάκι νὰ καθρεφτίζεσαι,
μιὰ πλούσια πράσινη φραγὴ νὰ μὴν σὲ βρίσκει ὁ ἄνεμος
ποὺ βασανίζει τοὺς γυμνοὺς – στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων!
«50%; Πενήντα τοις εκατό;»
«Μάλιστα, πενήντα τοις εκατό!»
Τόσο είναι περίπου το ποσοστό των ΑΙΦΝΙΔΙΩΝ καρδιακών θανάτων, επί του συνόλου των θανάτων που οφείλονται σε καρδιαγγειακά αίτια. Με άλλα λόγια, από όσους «πεθαίνουν από την καρδιά τους», οι μισοί περίπου πεθαίνουν αιφνιδίως.
Θόδωρος Αγγελόπουλος | "Το βλέμμα του Οδυσσέα"
Όταν γυρίσω
θα γυρίσω με τα ρούχα και τ' όνομα ενός άλλου.
Kανείς δε θα με γνωρίσει.
Kι αν δε θα με γνωρίσεις και πεις
"Δεν είσαι εσύ", θα σου δώσω σημάδια, να πιστέψεις.
Χόρχε Λουίς Μπόρχες, Ο ερωτευμένος
Φεγγάρια, ρόδα, χαραυγές, γρίφοι, ρολόγια,
πλώρες, η μυρωδιά του δυόσμου, ωδές, λαγούτα,
το σκονισμένο τίποτα, οι μορφές του Γκόγια,
ας υποθέσουμε ότι υπάρχουν όλα τούτα.
Διάφανα Κρίνα | Μέρες αργίας
Ξέρω πως θα `ρθει και δε θα `μαι όπως είμαι,
να τον δεχτώ με το καλύτερο παλτό μου.
Μήτε σκυμμένος στις σελίδες κάποιου τόμου,
εκεί που υψώνομαι να μάθω ότι κείμαι.
Βλάντιμιρ Μαγιακόβσκι | Ακούστε
Μυρτιώτισσα | Έρωτας τάχα
Έρωτας τάχα να 'ναι αυτό
που έτσι με κάνει να ποθώ
τη συντροφιά σου,
και κάθε νύχτα , τριγυρνώ
τα φωτισμένα για να δω
παράθυρά σου;