Β. Ραφαηλίδης - Το εγχειρίδιο του καλού φασίστα

24.02.2017
Β. Ραφαηλίδης - Το εγχειρίδιο του καλού φασίστα

Ο φασισμός σαν κοινωνικό κίνημα αλλά και σαν πολιτικό δόγμα, που δίνει πολιτική υπόσταση στο κοινωνικό κίνημα, εμφανίστηκε μεν στην Ιταλία ανάμεσα στο 1919-20, για να γίνει εξουσία, για πρώτη φορά στην Ευρώπη και στον κόσμο το 1922 σ’ αυτή τη χώρα, όμως, τα γενικά χαρακτηριστικά του δεν είναι τυπικά ιταλικά

Ο φασισμός δεν αφορά μόνο τους Ιταλούς και δεν εντοπίζεται μόνο σε μια συγκεκριμένη δύσκολη περίοδο της ιστορίας της Ιταλίας. Άλλωστε, κατά τον Ντανιέλ Γκερέν, τον εγκυρότερο μελετητή του φασιστικού φαινομένου, πρέπει να χρησιμοποιούμε τον όρο στον πληθυντικό: δεν υπάρχει φασισμός, υπάρχουν φασισμοί. Ακόμα κι όταν μια συγκεκριμένη εθνική παραλλαγή του φασισμού δεν εκφράζεται από ένα συγκεκριμένο φασιστικό κόμμα, το φασιστικό πολιτικό δόγμα, η φασιστική άποψη για την οργάνωση της κοινωνίας, η φασιστική πολιτική φιλοσοφία, θα μπορούσαν κάλλιστα να υπάρχουν. Δεν είναι το φασιστικό κόμμα που φκιάχνει το φασισμό, αλλά ο φασισμός που φκιάχνει το φασιστικό κόμμα. Ο κοινωνικός φασισμός προηγείται και επικαθορίζει τον πολιτικό φασισμό. Τίποτα πιο απλό, συνεπώς, για έναν επιδέξιο φασίστα ηγέτη, με ταλέντο δημαγωγού, να εκμεταλλευτεί την υπάρχουσα στην κοινωνία δυνατότητα για την εμφάνιση ενός φασιστικού κόμματος.

Παρόλο που ο φασισμός δεν είναι ενιαίο δόγμα και εμφανίζεται πάντα σε πολλές και ποικίλες εθνικές παραλλαγές, εντούτοις έχει μερικά γενικά χαρακτηριστικά που είναι τα παρακάτω:

  1.  Η δικτατορία,
  2.  Ο αντικοινοβουλευτισμός,
  3.  Ο κρατισμός,
  4.  Ο αντιφιλελευθερισμός,
  5.  Ο αντισοσιαλισμός
  6.  Ο αντικομουνισμός και
  7.  Ο ρατσισμός.

Για να μπορούμε να κάνουμε λόγο για «καθαρό» φασισμό, τα εφτά χαρακτηριστικά που προαναφέραμε πρέπει να συνυπάρχουν σε ένα συγκεκριμένο φασιστικό καθεστός. 'Ομως δεν συνυπάρχουν πάντα. Ο Μουσολίνι, για παράδειγμα, δεν ήταν ούτε αντικομουνιστής ούτε ρατσιστής στην αρχή, θα γίνει αργότερα, αλλά μόνο για να κάνει το χατίρι στον Χίτλερ. Δεν υπάρχει καθαρός φασισμός αν και υπάρχουν καθαροί φασίστες σκόρπιοι δώθε κείθε και όχι κατ’ ανάγκην μαντρωμένοι στα φασιστικά κόμματα, που μπορεί και να μην υπάρχουν, αν και υπάρχει κοινωνικός φασισμός. 'Οπως κομουνιστής δεν είναι μόνο αυτός που είναι μέλος ενός ΚΚ, έτσι και φασίστας δεν είναι μόνο το μέλος ενός φασιστικού κόμματος. Και όπως ο κομουνιστής δεν είναι ανάγκη να γνωρίζει (αν και θα έπρεπε) τη μαρξιστική θεωρία, για να είναι καλός κομουνιστής έτσι και ο φασίστας δεν είναι ανάγκη να γνωρίζει τίποτα απολύτως, για να είναι ένας καλός φασίστας.

nazi2

Οπως και νάναι, ο καλός φασίστας, είτε είναι είτε δεν είναι μέλος ενός φασιστικού κόμματος, πρέπει οπωσδήποτε να προτιμάει τη δικτατορία από τη δημοκρατία, αν βρεθεί μπροστά σ’ αυτό το δίλημμα Καμιά φορά ο λεγόμενος απλός άνθρωπος μπερδεύει τη δικτατορία του προλεταριάτου (πρέπει να μιλάμε πολύ προσεχτικά γι’ αυτήν) με τη δικτατορία σκέτα πράγμα που ευκολύνει το πήδημα απ’ τη μια στην άλλη. Δεν είναι παράδοξο πρώην κομουνιστές να μεταλλάσσουν σε φασίστες. Όμως αυτό σε καμιά περίπτωση δε σημαίνει πως ο κομουνισμός, ακόμα και ο παραμορφωμένος ολοκληρωτικός κομουνισμός, έχει κάποια θεωρητική σχέση με το φασισμό. Η σχέση που επισημαίνουν μερικοί έχει ψυχολογική και πραχτική αφετηρία Υπάρχουν πράγματι άνθρωποι που δηλώνουν κομουνιστές, γιατί έτσι τους βολεύει, και που κατ’ ουσίαν είναι φασίστες. Όπως υπάρχουν και άνθρωποι που δηλώνουν φανατικοί δημοκράτες, γιατί δεν καταλαβαίνουν τι είναι η δημοκρατία και που είναι κάτι φασιστάκια μα τι φασιστάκια. Τα ψυχικά φαινόμενα παίζουν βασικό ρόλο στη στράτευση. Συχνά μπερδεύεσαι τόσο, που αντί να πας στο στρατόπεδο όπου ταξικά ανήκεις, βρίσκεσαι σ’ αυτό του ταξικού σου εχθρού. Αν αντιληφτείς το λάθος σου, αλλάζεις στρατόπεδο. Αλλιώς παραμένεις εκεί που βρέθηκες, και οι άλλοι αναρωτιούνται: Μα, πως βρέθηκε αυτός στο ΚΚ, για παράδειγμα.

Δεν είναι όλες οι δικτατορίες φασιστικές. Ούτε είναι φασίστες όλοι οι πολέμιοι του κοινοβουλευτισμού. Ο κρατισμός (η πίστη στην αξία και την κοινωνική σημασία ενός ισχυρού, καθοδηγητικού και ελεγκτικού κράτους) δεν είναι κατ’ ανάγκην φασισμός. Ο αντκριλελευθερισμός (η άποψη πως οι νόμοι της ελεύθερης αγοράς δεν είναι κατ’ ανάγκην οι καλύτεροι για την ανάπτυξη της κοινωνίας) δεν συνιστά φασισμό από μόνος του. Ο αντισοσιαλισμός και ο αντικομσυνισμός συχνά αποτελούν γνωρίσματα και του φιλελευθερισμού.

Τέλειος φασίστας δεν υπάρχει. Τίποτα δεν είναι τέλειο σ’ αυτόν τον κόσμο, ούτε καν η βαρβαρότητα και η βλακεία. Ευτυχώς. Και λιγότερο τέλειος να είναι ο καλός φασίστας, δε χάλασε., ο κόσμος! Αντίθετα, όσο πιο κακός είναι ο φασίστας, τόσο πιο καλός είναι ο κόσμος. Που γίνεται ακόμα πιο καλός όταν δεν υπάρχουν καθόλου φασίστες.

Πάρα πολύ συχνά ο φασισμός συγχέεται με τον ολοκληρωτισμό: το μονοκομματικό, αυταρχικό κράτος. Αυτή η σύγχυση οδήγησε μερικούς στην εντελώς λαθεμένη ταύτιση του κομουνισμού με τον φασισμό, κι ας έχουμε να κάνουμε εδώ με δύο ολοφάνερα αντίθετες απόψεις γιο την οργάνωση της οικονομικής και της κοινωνικής ζωής. Βέβαια, τα άκρα συναντώντας αλλά μόνο όταν η ευθεία καμφθεί και γίνει κύκλος. Μ’ αυτή την έννοια, η ευθεία του κομουνισμού μπορεί να καμφθεί και ν’ αρχίσει να στρέφεται προς τη μεριά του φασισμού, αλλά και ο φασισμός μπορεί να καμφθεί και ν’ αρχίση να κινείται προς τη μεριά του σοσιαλισμού. Αυτή, άλλωστε, ήταν και η άποψη του Γκρέγκορ Στράσσερ, του βασικού αντίπαλου του Χίτλερ στο ναζιστικό κόμμα, πριν αυτό πάρα την τελική του μορφή υπό τον Χίτλερ. Ωστόσο, η ιστορία έδειξε πως ούτε ο σοσιαλισμός είναι δυνατό να μετεξελιχτεί σε φασισμό, ούτε ο φασισμός σε σοσιαλισμό, όπως πίστευε ο Στράσσερ, ένας τίμιος αλλά εντελώς αφελής άνθρωπος, που έχασε από τον Χίτλερ στις εσωκομματικές μανούβρες για τον έλεγχο του ναζιστικού κόμματος. Ο ολοκληρωτισμός που δημιούργησε αυτές τις συγχύσεις είναι μια εντελώς διαφορετική υπόθεση, που θα τη δούμε χωριστά. Από, τώρα, πάντως μπορούμε να πούμε πως ο κομουνισμός και ο φασισμός είναι δυο εντελώς διαφορετικές μορφές ολοκληρωτισμού.

Για να εμφανιστεί κάπου ένα φασιστικό καθεστώς, πρέπει να έχει προετοιμαστεί καλά το κοινωνικό υπέδαφος με τη συστηματική καλλιέργεια του μίσους κατά των διανοουμένων και της σκέψης γενικότερα. Ο δυνάμει φασίστας λατρεύει τη δράση και θεωρεί τη σκέψη τροχοπέδη για την άμεση δράση «εδώ και τώρα». Σημειώστε πως το παραπάνω σύνθημα είναι κοινό σ’ όλες τις παραλλαγές φασισμού, ακόμα και στις πολύ ήπιες ακόμα και σ’ αυτές που δεν αρνούνται τον κοινοβουλευτισμό. Δυστυχώς, όμως συχνά δεν αρνούνται ούτε τον λαϊκισμό, που είναι το αφανές κοινωνικό υπόβαθρο του φασισμού. Η άκριτη, η σχεδόν μεταφυσική πίστη στην αξία του λαού, έξω και πέρα από ταξικούς διαχωρισμούς και κοινωνικές διαστρωματώσεις, δημιουργεί τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την απάτη της «υπέρβασης». Είναι ένας ακόμα απ’ τους όρους που έφκιαξε και λάνσαρε ο Μουσολίνι, για να δηλώσει μ’ αυτόν την επιθυμία του να υπερβεί το φασιστικό κόμμα τις ταξικές διαφορές και να κάνη όλους τους Ιταλούς να ομονοήσουν για μόνο το λόγο πως είναι Ιταλοί. Ένα σωρό απατεώνες μετά απ’ αυτόν, θα οικειοποιηθούν έναν βασικό φασιστικό όρο. Και θα σου βγάλουν τα μάτια αν τους χαρακτηρίσεις φασίστες Άκου, υπέρβαση! Δηλαδή, χέρι χέρι, εσύ, εγώ, ο Λάτσης, ο Σαμαράς ο Φούφουτος -και εμπρός για μια Ελλάδα νέα; Κερατάδες δημαγωγοί!

Παρά το μίσος του φασισμού -και κυρίως του ναζισμού- για τους διανοούμενους σ’ αυτούς θα καταφύγουν και οι φασίστες για να τεκμηριώσουν θεωρητικά τη βαρβαρότητα· Η θεωρία, όσο και να τη μισείς πάντα θα προηγείται της πράξης, της όποιας πράξης, καλής και κακής φασιστικής ή δημοκρατικής, προκειμένου να ορισθούν τα μάξιμουμ όρια, εντός των οποίων μπορεί να εμφανιστεί ή και να μην εμφανιστεί μια πράξη.

Μ’ αυτή την έννοια, και ο φιλελευθερισμός και ο κομουνισμός και ο φασισμός και κάθε άλλη κοινωνική θεωρία, περιγράφουν δυνατότητες και όχι πραγματικότητες. Η θεωρία βγαίνει από την πράξη και καταλήγει ή δεν καταλήγει σε μια πράξη, αλλά πράξη η ίδια δεν είναι. Είναι σκέψη συνδεδεμένη με μια πρόθεση. Σκέψη απολύτως αναγκαία, για να σχεδιάσεις μια δράση και να φανταστείς τις συνέπειές της πριν την εφαρμόσεις. Η θεωρία είναι τόσο αναπόφευκτη, όσο και η δράση. Ακόμα και οι φασίστες που μισούν τη θεωρία και λατρεύουν την πράξη, σε θεωρητικούς κατέφυγαν, για να μεθοδεύσουν σωστότερα τη δράση τους. Κανείς δεν μπορεί να απορρίψει τη θεωρία χωρίς να πάθει ζημιά μεγάλη. 'Αλλωστε, αν ο φασισμός δεν είχε τους δικούς του θεωρητικούς θα ήταν πολύ περισσότερο κτηνώδης. Άλλο καταστρέφω με πρόγραμμα και άλλο αμολάω τα στίφη των κτηνών για να σαρώσουν το σόμπαν. Ούτως ή άλλως, ο φασίστας είναι ένα κτήνος. Σκέψου τι θα μπορούσε να κάνει χωρίς φασιστική θεωρία και φασίστες θεωρητικούς. Ό,τι ακριβώς και τα θηρία.

Γιατί υπάρχουν θεωρητικοί του φασισμού; Διότι δεν είναι όλοι οι διανοούμενοι άνθρωποι κατ’ ανάγκην προοδευτικοί. Άνθρωπος του πνεύματος δε σημαίνει κατ’ ανάγκην τίμιος ηθικός, συναισθηματικός προοδευτικός άνθρωπος. Κυρίως δεν είναι προοδευτικοί οι λεγόμενοι λειτουργικοί διανοούμενοι, όπως χαρακτηρίζει ο Γκράμσι εκείνους που εξαρτούν μόνο από το προσωπικό τους συμφέρον την ικανότητά τους να παράγουν πραχτικά χρήσιμη σκέψη, αμειβόμενοι για ιδέες και απόψεις που δεν τις πολυπιστεύουν. Πράγμα που τους δίνει την ευχέρεια να αλλάζουν εύκολα αφεντικό: πηγαίνουν σ’ αυτόν που πληρώνει καλύτερα τη δυνατότητά τους να παράγουν σκέψη ευπροσάρμοστη και λειτουργική. Σε αντίθεση με τους λειτουργικούς οι οργανικοί διανοούμενοι, πάντα κατά τον Γκράμσι, είναι οργανικά και συνεπώς φυσιολογικά ενταγμένοι σε έναν συγκεκριμένο πολιτικό ή κοινωνικό χώρο, ακόμα κι όταν αυτός δεν τους ευνοεί επαγγελματικά, πράγμα που, βέβαια, δεν είναι ο κανόνας. Πάντως, τόσο ο από πεποίθηση αστός διανοούμενος, όσο και ο από πεποίθηση αριστερός διανοούμενος είναι οργανικοί διανοούμενοι, αφού υπηρετούν τις όποιες ιδέες υπηρετούν από πεποίθηση και μόνο. Οι οργανικοί διανοούμενοι, και της Δεξιάς και της Αριστεράς πιστεύουν αυτά που πιστεύουν και κάνουν αυτά που κάνουν, γιατί τα πιστεύουν στ’ αλήθεια, και όχι γιατί έτσι τους βολεύει εκάστοτε, όπως συμβαίνει με τους λειτουργικούς διανοούμενους, που λειτουργούν σαν ευπροσάρμοστες μηχανές που παράγουν σκέψη. (Τα πανεπιστήμια και κυρίως οι πρυτανείες είναι κάργα από τέτοια καθίκια).

Ο ακτιβίστας διανοούμενος που προπαγανδίζει την «καθαρή δράση», δεν μπορεί παρά να ρέπει προς το φασισμό, αν δεν είναι ήδη φασίστας. Η χωρίς πολλή σκέψη καθαρή δράση καταλήγει πάντα στην άλογη δράση, που είναι το τυπικό γνώρισμα της δραστηριότητας των ζώων, όχι των ανθρώπων. Που διαφέρουν απ’ τα ζώα, γιατί, πριν πράξουν, σκέφτονται (διανοούνται). Ο Μαρξ λέει πως η διαφορά ενός αρχιτέκτονα από μια μέλισσα, που είναι ένας μεγάλος «φυσικός» αρχιτέκτονας, βρίσκεται στο ότι ο αρχιτέκτονας πρώτα συλλαμβάνει με το μυαλό του το αρχιτεκτονικό σχέδιο και ύστερα το εκτελεί. Κι αυτό σημαίνει πως μπορεί να το εκτελέσει με άπειρες σχεδιαστικές παραλλαγές, και όχι στερεότυπα και εξ ενστίκτου, όπως η μέλισσα την κυψέλη, ο κάστορας το φράγμα, το χελιδόνι τη φωλιά του.

Ο φασισμός δεν πιστεύει στη δυνατότητα και τη χρησιμότητα της «διαρκούς ειρήνης». Αντιλαμβάνεται την ειρήνη σα διάλειμμα ανάμεσα σε δύο πολέμους, πράγμα που μπορεί να είναι σωστό. Όμως, ο φασισμός πρεσβεύει πως όσο πιο μικρό είναι αυτό το διάλειμμα, τόσο το καλύτερο για τους λαούς. Ο Μουσολίνι ανήγαγε τον πόλεμο σε ιδανικό πολύ χρήσιμο στη διατήρηση της ζωτικότητας ενός λαού. Φυσικά, αντιλαμβάνεται την ανθρώπινη δραστηριότητα, συνεπώς και την ανθρώπινη ιστορία, με όρους δανεισμένους από τη φύση. Αντιλαμβάνεται την κοινωνία σα φύση και όχι σαν πολιτισμό, σα ζούγκλα και όχι σαν πόλη, μέσα στην οποία θα εμφανιστούν τα δυο βασικά παρά-γωγα της πόλης, η πολιτική και ο πολιτισμός. Που και τα δυο είναι αδύνατο να υπάρξουν έξω από τον δικό τους «φυσικό» περίγυρο, που είναι η πόλη και όχι η φύση.

Ο πόλεμος είναι φυσική κατάσταση, όπως λέει ο Μουσολίνι, αλλά μόνο όταν αντιλαμβάνεσαι την κοινωνία σα φύση. Διαφορετικά, πρέπει να ψάξεις να βρεις τα κοινωνικά και ειδικότερα τα οικονομικά αίτια του πολέμου. Πολεμούμε για να αυξήσουμε ή να διαφυλάξουμε τα υλικά ή τα πολιτιστικά μας αγαθά και όχι από μια., αθλητική διάθεση. Αν λυθεί το πρόβλημα της έλλειψης αγαθών, θα λυθεί και το πανάρχαιο πρόβλημα του πολέμου, λέει ο Μαρξ. Μέχρι τότε, οι άνθρωποι θα συνεχίσουν να πολεμούν μεταξύ τους, όχι για να διατηρούν το σφρίγος τους, όπως λέει ο Μουσολίνι (ο πόλεμος δεν είναι γυμναστική, Μπενίτο) αλλά για να τρων καλά, ή καλύτερα Άλλωστε, αν ο πολιτισμός δεν είναι παρά μια κοινωνικοποίηση του φυσικού, όπως λέει ο μεγάλος φιλόσοφος του πολιτισμού Χουιζίνγκα, τότε οφείλουμε να κοινωνικοποιήσουμε και τον πόλεμο, νοούμενο σα μια ζωώδη φυσική κατάσταση.

Κοινωνικοποιούμε τη φύση, σημαίνει την κάνουμε κοινωνικά χρήσιμη, από φυσικά χρήσιμη που είναι τώρα, όπως για παράδειγμα όταν μετατρέπουμε τα δέντρα του δάσους σε χρήσιμη για τη στέγασή μας ξυλεία. Ο πολιτισμός δεν είναι παρά μια αδιάκοπη προσπάθεια μετατροπής του φυσικού σε κοινωνικό. Όμως τούτη η οικειοποίηση πήρε τόσο μεγάλες και τόσο καταστροφικές για τη μάνα μας τη φύση διαστάσεις, που το εξαιρετικά αναπτυγμένο στις μέρες μας οικολογικό κίνημα, όταν δεν είναι μια απλή φυσιολατρία εκδρομικού τύπου, προσπαθεί απεγνωσμένα να περισώσει τη δυνατότητα για τη συνέχιση της κοινωνικοποίησης της φύσης που, αν καταστραφεί, θα καταστραφεί και ο πολιτισμός. Πώς θα κοινωνικοποιήσεις τη φύση, πώς θα στηρίξεις σ’ αυτή την προκοπή της κοινωνίας, που είναι το αντίθετο της φύσης, όταν έχεις ήδη καταστρέψει τη φύση; Μπορείς να ελέγξεις το νερό της βροχής και από φυσικό να το κάνεις κοινωνικό αγαθό. Όμως δεν μπορείς να κάνεις κοινωνικό αγαθό το νερό της βροχής όταν βρέχει σπάνια, ή όταν σταματήσει εντελώς να βρέχει, διότι κατέστρεψες την οικολογική ισορροπία, που είναι μια φυσική ισορροπία. Και, βέβαια, δεν είναι δυνατό να εύχεσαι να μη βρέξει, επειδή είσαι Αθηναίος που ταλαιπωρείται άγρια κάθε φορά που βρέχει. Είναι φανερό πως, επί του προκειμένου, δεν φταίει ο κακός καιρός, φταίει ο κακός μας ο καιρός, η αδυναμία μας να λειτουργήσουμε σαν κοινωνία ικανή και να αντιμετωπίσει αλλά και να οικειοποιηθεί τη φύση, χωρίς να την καταστρέφει και χωρίς να καταστρέφεται απ’ αυτήν.

Ο «φυσικός» φασισμός είναι απ’ τη «ρύση του μια αφύσικη κατάσταση. Μπορεί να ρημάξει, όχι τη φύση αλλά το Σύμπαν ολόκληρο, προκειμένου να κάνει με «φυσικό» τρόπο τη «φυσική» δουλειά του. Και επειδή δεν υπάρχει τίποτα πιο φυσικό στη φύση απ’ το θάνατο, ο φασισμός αντιμετώπιζα και το θάνατο σαν ένα πολύ απλό φυσικό γεγονός, παρόλο που δεν επιτρέπα στη φύση να λειτουργήσα φυσικά, ώστε να πεθάνεις από φυσικό θάνατο. Ο φασίστας, και κυρίως ο ναζιστής σκοτώνει εύκολα, υποκαθιστώντας στο βασικό του ρόλο το θεό, ή τη φύση, αν προτιμάτε. Ο φασίστας -και κυρίως ο ναζιστής- είναι ένας ερζάτς μικρός θεός, που κρατάει τη μοίρα σου στα χέρια του.

Ένα ισχυρό και αυταρχικό κράτος είναι αυτό ακριβώς που χρειάζεται ο φασισμός για να μετατρέψει τις μάζες σε αγέλη άγριων ζώων. Το κάθε τι, λέει ο Μουσολίνι, πρέπει να γίνεται αντιληπτό σε σχέση με το κράτος. Προσοχή, όχι με την κοινωνία των ανθρώπων, αλλά με το κράτος των εξουσιαστών, που αυτοί αποφασίζουν για το πώς πρέπει να φέρεται η κοινωνία των ανθρώπων. Πάρα πολύ συχνά, ωστόσο, πολλοί άνθρωποι φέρονται φασιστικά και σε συνθήκες καλά οργανωμένης δημοκρατίας, λειτουργώντας φασιστικά έξω από τα φασιστικά κόμματα. Φασίστας δεν είναι κατ’ ανάγκην το μέλος ενός φασιστικού κόμματος. Πριν απ’ το κάθε π, ο φασισμός είναι νοοτροπία. Είναι φασισμός το να δέρνεις τη γυναίκα σου, είναι φασισμός το να βασανίζεις τα ζώα. Ο οργανωμένος φασισμός, απλώς οργανώνει τον διάχυτο, τον καθημερινό φασισμό.

Ο φασισμός μπορεί να αγαπήσει και την τέχνη και το πνεύμα. Η τέχνη μετέχει και του λόγου και του παραλόγου. Συνεπώς μπορεί να χρησιμοποιηθεί απ’ τον καθένα για πολλούς και διαφόρους λόγους, με πολλούς και διαφόρους τρόπους. Με την τέχνη μπορούν να έχουν μια κάποια επαφή και οι αγράμματοι, και οι ηλίθιοι - οι πάντες. Όσο για τον λεγόμενο «πνευματικό άνθρωπο», τίποτα δεν αποκλείει να είναι και πνευματικός άνθρωπος και φασίστας, και τούτο άσχετα από το γεγονός πως ο αγράμματος φασίστας δεν έχει σε καμιά εκτίμηση τον εγγράμματο φασίστα.

Το συντεχνιακό πνεύμα, όταν κατακυριεύσει και τους πνευματικούς ανθρώπους, τους μετακινεί αυτόματα προς τη μεριά του φασισμού. Είδαμε πόσο αγαπούσε ο Μουσολίνι τις συντεχνίες. Άλλωστε, ονόμαζε το κράτος του συντεχνιακό. Οι συντεχνιακού τύπου φιλολογικές παρέες και τα καλλιτεχνικά κλαμπ, είχαν την αμέριστη υποστήριξη του Μουσολίνι. Ήξερε καλά ο δημιουργός του πρώτου φασιστικού κράτους πως όταν περιχαρακώσεις τα ενδιαφέροντά σου στον κλειστό χώρο του κλαμπ και της παρέας, είσαι εντελώς ακίνδυνος για το σύστημα Κάνε, λοιπόν, ό,τι θέλεις, αρκεί να μη χώνεις τη μύτη σου σε έναν άλλο κλειστό χώρο, μιας άλλης συντεχνίας. Όταν στεγανοποιήσεις τα «διαμερίσματα», τα προφυλάσσεις από επικίνδυνες διαβρώσεις, λέει ο Μουσολίνι.

Ο φασισμός είναι ο θρίαμβος του ιδιωτικού, όπως αυτό εκδηλώνεται μέσα από τη συλλογική δράση. Ο φασισμός είναι ο πάλιός τεκτονισμός σε νέο, διευρυμένο και καλύτερα οργανωμένο ρόλο. Ο φασισμός είναι επίσης ο παλιός αθώος προσκοπισμός, που έχασε την αθωότητά του. Ο φασισμός είναι ακόμα ένας «σοσιαλισμός» χωρίς σοσιαλιστές. Το πνεύμα της αγέλης, και μάλιστα της τρομαγμένης αγέλης που ψάχνει για καλό τσομπάνο, δε συνιστά σοσιαλισμό, συνιστά φασισμό. Ο φασίστας είναι ένας ανώριμος άνθρωπος, που για να προφυλάξει το ελάχιστο που του έμεινε από την προσωπικότητά του, το εκχωρεί στον Αρχηγό.

Η αγάπη του φασίστα για τις στολές εν γένει, ακόμα κι όταν δεν είναι στρατιωτικές, απορρέει από το εγγενές στο φασισμό πνεύμα της αγέλης. Τα πρόβατα έχουν το ίδιο μαλλί. Τα κουρεύει και τα αρμέγει ο ίδιος τσομπάνος. Καμιά διαστροφή δεν είναι τόσο μεγάλη όσο αυτή του ολικά διεστραμμένου φασίστα, ενός δίποδου ζώου που του αρέσει να είναι ζώο, για τον απλό λόγο πως δυσκολεύεται να είναι άνθρωπος. Βέβαια, δεν είναι καθόλου εύκολο να είσαι άνθρωπος. Ο άνθρωπος και γεννιέται και γίνεται. Δεν αρκεί να έχεις γεννηθεί άνθρωπος. Πρέπει και να γίνεις. Ο φασισμός αρκείται στο ότι έχεις γεννηθεί άνθρωπος με ένστικτα, και εκμεταλλεύεται με επιτυχία όλα τα ένστικτα. Ο φασισμός προσέχει πολύ το ζώον άνθρωπος.

Όλες οι παραπάνω «ποιότητες» του καλού (!) φασίστα είναι υπερτονισμένες στο ναζισμό. Στο φασισμό όλα τα παραπάνω παραμένουν σε φυσιολογικά για φασισμό επίπεδα! Γι’ αυτό και ο ιταλικός φασισμός φείνεται πολύ πιο ήπιος, και γίνεται εν τέλει πολύ πιο συμπαθής (!) από τον γερμανικό ναζισμό, που είναι σκέτη κτηνωδία. Πάντως αν σας έβαζαν μπροστά στο δίλημμα να διαλέξετε ανάμεσα στο φασισμό και το ναζισμό, θα έπρεπε να προτιμήσετε τον... αντιφασισμό. Αν μη τι άλλο σοβαρότερο, ο ανηφασισμός είναι σαφώς πιο., υγιεινός από ψυχολογικής απόψεως. 

Aπό το βιβλίο "Θερμοί και ψυχροί πόλεμοι" του Βασίλη Ραφαηλίδη