Η δημόσια εκπαίδευση ως παραγωγός κρατιστών και κεντρικών σχεδιαστών.

Η δημόσια εκπαίδευση ως παραγωγός κρατιστών και κεντρικών σχεδιαστών.

Αυτές τις μέρες διεξάγεται ένας αγώνας στο επίπεδο των ιδεών. Η ελληνική κοινωνία αγωνίζεται να βρει διέξοδο προς ένα καλύτερο αύριο ομφαλοσκοπώντας και περιστρεφόμενη με ένα μονολιθικό τρόπο γύρω από μια κρατικίστικη αντίληψη διακυβέρνησης, όπως έχει συνηθίσει επί αιώνες εφαρμογής ενός κρατικίστικου μοντέλου, είτε αυτό προέρχεται από τη συντηρητική λαϊκή δεξιά, είτε από τη σοσιαλδημοκρατική αριστερά.

Στη μάχη αυτή οι Έλληνες φιλελεύθεροι δεν συμμετέχουν. Αντιθέτως για πολύ καιρό ήδη ανταλλάσσουν βέλη για το ποιος είναι πιο "ορθόδοξος" φιλελεύθερος, αποδυναμώνοντας όχι μόνο το ιδεολογικό τους οπλοστάσιο αλλά και την παρουσία τους τόσο στην πολιτική σκηνή (καθ' ην στιγμή οι εξελίξεις τρέχουν με γοργό ρυθμό), όσο και στο κοινωνικό πεδίο όπου οι ιδέες που διαμορφώνονται στην ουσία είναι προϊόν μιας ανακύκλωσης ήδη δοκιμασμένων συνταγών. Εσχάτως αρκετοί φιλελεύθεροι επικαλούνται ακόμα και αριστερούς ή κεϋνσιανιστές οικονομολόγους για να δικαιολογήσουν την οποιαδήποτε στάση τους.

Δυστυχώς, ο ελληνικός φιλελευθερισμός, ως κομμάτι του ελληνικού πολιτικού συστήματος και της ελληνικής κοινωνίας, πάσχει από το σύνδρομο του κεντρικού σχεδιασμού. Και θα κάνω μια απόπειρα να το εξηγήσω ξεκινώντας από τη ρίζα του κακού: τη δημόσια εκπαίδευση.

Όταν ήμασταν μαθητές στο δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα, πόσοι από εμάς δεν κληθήκαμε να γράψουμε μια έκθεση ιδεών όπου το ερώτημα ήταν "τι θα κάναμε για να αλλάξουμε τον κόσμο μας" ή "Πώς μπορούμε να κάνουμε τον κόσμο καλύτερο" ή "Ποια πιστεύτε ότι είναι η λύση στο πρόβλημα Χ"; Υποτίθεται πως με τέτοιας φύσεως ερωτήματα θα εξασκούσαμε μια κριτική σκέψη, πράγμα το οποίο στις περισσότερες περιπτώσεις απλώς δεν συνέβαινε. Εκείνο όμως το οποίο μαθαίναμε ήταν πως για πολύπλοκα πράγματα η λύση μπορούσε να βρεθεί από ένα πρόσωπο (π.χ., εμάς) ή μια ομάδα ατόμων (π.χ., μια σχολική τάξη) που θα καθόταν/κάθονταν σε ένα τραπέζι και θα συνελάμβανε διανοητικά το πλάνο άσκησης μιας δημόσιας πολιτικής: αυτό ακριβώς λέγεται "κεντρικός σχεδιασμός" στην πολιτική.

"Αν δίναμε σε όλο τον κόσμο αρκετά χρήματα και φτιάχναμε για όλους ένα σπίτι, δεν θα υπήρχαν φτωχοί", γράφαμε στο χαρτί σκεπτόμενοι όσους έχουν ανάγκη.  

"Αν όλοι ήμασταν ενωμένοι, δεν θα υπήρχε πόλεμος και κακία", συνεχίζαμε. 

"Πιστεύω ότι το πρόβλημα του νέφους μπορεί να λυθεί αν δεν χρησιμοποιούμε όλοι μας τόσο πολύ το αυτοκίνητο", γράφαμε χωρίς κανείς να ρωτά πώς θα ενωθούμε όλοι. Θα γίνει αυτό με πειθώ ή με βία; Ποιος καθορίζει πόσο και πότε χρησιμοποιούμε το αυτοκίνητο; Με τι κριτήρια καθορίζουμε τη φτώχεια; Πως εξασφαλίζουμε ότι, αν δώσουμε σε όλους λεφτά, θα τα χρησιμοποιήσουν για να μην είναι φτωχοί και όχι π.χ., ότι θα τα τζογάρουν στο πρώτο καλό φύλλο στο πόκερ;

"Αν φυτεύαμε όλοι ένα δέντρο, θα σώζαμε το περιβάλλον": 15 χρόνια προσωπικής εμπειρίας σε περιβαλλοντικά θέματα αυτή η αποστροφή είναι πανίσχυρη ως προτεινόμενη λύση την οποία σπανίως κανείς μπαίνει στον κόπο να χτυπήσει ως νοοτροπία. Δεν μπήκαμε ποτέ στον κόπο να αναρωτηθούμε πώς όλη αυτού του είδους η soft εκπαίδευση στο policy making επηρεάζει τις αποφάσεις μας ως ενήλικες.

Στις εκθέσεις ιδεών τέτοια ερωτήματα συνήθως αποφεύγονται και βεβαίως ποτέ κανείς δάσκαλος δεν μας ρώτησε τι θα γίνει με όσα λιγότερο ή περισσότερο τυχαία περιστατικά μπορούν να προκύψουν από τις "λύσεις" που προτείνουμε ή ποιο είναι το ηθικό υπόβαθρο πάνω στο οποίο μπορούμε να στηρίξουμε τη δωρεά "χρημάτων και σπιτιών" σε κάποιους οι οποίοι δεν το αξίζουν. Θα έδινες τα χρήματά σου και ένα σπίτι σε ένα βιαστή, ένα κλέφτη ή ένα δολοφόνο;

Αυτές ήταν περιττές ερωτήσεις, ακόμα και για παιδιά Λυκείου, άλλωστε καμία ιδέα δεν θεωρείται κακή όταν προέρχεται από ένα παιδί ή έναν έφηβο. Οι δάσκαλοι διδάσκονται για τη διαφορετικότητα των νέων και έχουν μάθει να αποδέχονται αναντίρρητα ότι καθώς όλες οι ιδέες έχουν διαφορετική αξία, καμία από αυτές δεν είναι αναγκαστικά καλύτερη από την άλλη. Κατ' αυτόν τον τρόπο, χωρίς να μαθαίνουμε τη διαφορά μεταξύ "χειρότερου" και "καλύτερου", μεταξύ "πρακτικού" και "θεωρητικού", εκπαιδευόμενοι στην αντίληψη ότι "όλες οι λύσεις είναι στο τραπέζι επί ίσοις όροις", επί πολλά χρόνια μετά το σχολείο θα παλεύουμε να μάθουμε τι ακριβώς είναι αυτό το πράγμα που ονομάζεται κριτική σκέψη. Τα πράγματα είναι απλά, έχουν απλές λύσεις τις οποίες μπορούμε να βρούμε πολύ εύκολα χωρίς καμία ιδιαίτερη γνώση και αποφεύγοντας την εμβάθυνση και την ανάλυση ή την αναζήτηση της εξειδικευμένης και επιστημονικής πληροφορίας: αυτός είναι ο τρόπος που μάθαμε να αντιμετωπίζουμε τα πράγματα, μέσα από "εκθεσιολόγια", "υποδείγματα και αναλυτικά διαγράμματα εκθέσεων", κτλ. .

Επειδή όμως και οι δάσκαλοί μας έμαθαν κι αυτοί με τον ίδιο τρόπο να αγαπούν τον κεντρικό σχεδιασμό, έμαθαν να κόβουν εκουσίως και με φυσικό τρόπο τις βλέψεις των μαθητών τους. Έτσι αν ένας μαθητής θα μπορούσε ποτέ να ρωτήσει "γιατί έχουμε ανάγκη από μια κυβέρνηση ή ένα κράτος" σύσσωμη η παιδαγωγική γνώση του δασκάλου θα απαντούσε όχι με ορθολογικά κριτήρια, αλλά με συναισθηματικά:

"Διότι ΑΝ ΔΕΝ είχαμε, θα επικρατούσε χάος".

Ρωτήστε τον εαυτό σας πόσες φορές το έχετε επαναλάβει ως έκφραση, αν και δεν μπορείτε να ανακαλέσετε στη μνήμη σας ούτε ποιος το είπε, ούτε πότε το ακούσατε, αλλά ούτε ποια είναι τα επιχειρήματα αυτής της δοξασίας. Πόσες φορές η εικόνα του χάους έχει συνδυαστεί στο μυαλό σας με την ανυπαρξία κυβέρνησης και κράτους;

Το πιο πιθανό είναι να αρχίσετε να ρωτάτε και άλλα πράγματα: "και πώς θα είχαμε σχολεία", "'πώ ς θα είχαμε νοσοκομεία", "ποιος θα έφτιαχνε δρόμους"; Ακριβώς εκείνη τη στιγμή θα βρεθείτε μπροστά σε έναν τοίχο, γιατί θα αντιληφθείτε ότι ποτέ στ' αλήθεια δεν έχετε ρωτήσει τον εαυτό σας πώς θα γινόταν αυτό; Η απάντηση στην ύπαρξη όλων αυτών των αγαθών είναι πάντα "επειδή υπάρχει το κράτος", ασχέτως αν για εκατοντάδες ή χιλιάδες άλλα πράγματα στη ζωή σας η απάντηση είναι "επειδή δουλεύω και βγάζω αρκετά ώστε να τα αγοράζω ή να τα φτιάχνω από μόνος μου".

Η επίκληση και ο φόβος τους χάους είναι αρκετός για να μη σας απασχολήσουν ποτέ τέτοια ερωτήματα στη ζωή σας. Κανείς δάσκαλος στη δημόσια εκπαίδευση δεν θα σας πει ότι το κράτος ή η κυβέρνηση είναι ανήθικη. Μην ξεχνάτε ότι από εκεί πληρώνεται τον μισθό του, μικρό ή μεγάλο. Η δημόσια εκπαίδευση εκπαιδεύει εκ φύσεως κεντρικούς σχεδιαστές που μαθαίνει στα παιδιά να αποκόπτουν το κράτος και την κυβέρνηση από τον ηθικό κανόνα ότι "είναι κακό να κλέβεις από τον άλλο". Χωρίς τον φόρο (που είναι ένας εξαναγκασμός, δηλαδή μια κλοπή) δεν θα υπήρχαν ούτε δημόσια σχολεία, ούτε δημόσια εκπαίδευση. Ως παιδιά μαθαίνουμε ότι οι άνθρωποι και οι ανθρώπινες καταστάσεις είναι "κατά βάθος απλές, απλούστατες", ότι ο κάθε ένας μοναδικός, ελεύθερος άνθρωπος δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα μέλος της αγέλης της οποίας τα προβλήματα παρ' ότι περιέχουν απεριόριστες μεταβλητές μπορούν να λυθούν με μια "γενική" λύση που ισχύει ανεξαρτήτως καταστάσεων. 

Από αυτή την άποψη λοιπόν το πρώτο πράγμα από το οποίο θα όφειλε να ξεκινήσει όχι μόνο ένας φιλελεύθερος, αλλά ένας οποιοσδήποτε πολίτης είναι η αμφισβήτηση του εκπαιδευτικού του υποβάθρου. Τα μικρά κενά ανάμεσα στις γενικές θεωρήσεις ενός ιδεολογικού πλαισίου που καλύπτονται από προ-παραδοχές της καθημερινότητας χωρίς καμία σοβαρή κριτική επιδρούν ανεπανόρθωτα στις αποφάσεις που λαμβάνουμε ως πολίτες. Οφείλουμε να επανεξετάσουμε τις εύκολες απαντήσεις που κουβαλάμε από την παιδική ηλικία και μας αναγκάζουν να κυνηγάμε χίμαιρες.