Διαβάζοντας για τη χούντα και τις συνέπειές της

Διαβάζοντας για τη χούντα και τις συνέπειές της

Το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967 κατέλυσε τη δημοκρατία στη χώρα μας, όπως και αν λειτουργούσε αυτή και σε όποιο αδιέξοδο και αν είχε περιέλθει. Οι συνέπειες αυτής της κατάλυσης είναι πολλές, αρνητικές και δεν αμφισβητούνται από καμμία σοβαρή πηγή.

Λαμβανομένων υπόψη όλων των παραπάνω η συζήτηση για τη χούντα έπρεπε να ξεκινά και να τελειώνει με τη βασική διαπίστωση, ότι, όταν μιλάμε για ένα χούντα, που επιβλήθηκε σε μια χώρα με κοινοβουλευτική παράδοση, έστω καχεκτική, το πρόσημο πρέπει να είναι απόλυτα αρνητικό και κανένα όφελος δεν είχε η χώρα από την εν λόγω δικτατορία.

Τι συμβαίνει, όμως, όταν ξαφνικά εμφανίζεται σε εφημερίδα μεγάλης κυκλοφορίας ένα, γραμμένο από πανεπιστημιακό, άρθρο με θέμα τη συνδρομή των πραξικοπηματιών στον πλήρη εκδημοκρατισμό της Δεξιάς και της χώρας καθώς και στο ραγδαίο αξιακό και πολιτισμικό εκσυγχρονισμό της; Ποίο αντίκτυπο μπορεί να έχει ένα τέτοιο άρθρο σε μερίδα της ελληνικής κοινωνίας και σε μια εποχή, που η σχετικοποίηση των πεπραγμένων της χούντας είναι ιδιαίτερα έντονη;

Κατ’ αρχάς, το επίμαχο άρθρο μοιάζει να θεωρεί τη δικτατορία ως προαπαιτούμενο για τον εκδημοκρατισμό της δεξιάς παράταξης και του πολιτεύματός μας, πλην, όμως, δείχνει να αγνοεί τις προ της 21.04.1967 εξελίξεις, χάρη στις οποίες αυτός ο εκδημοκρατισμός θα μπορούσε να επιτευχθεί χωρίς τη μεσολάβηση της χούντας. Δεν γίνεται καμμία αναφορά π.χ. στο γεγονός ότι η νόμιμη λειτουργία της ΕΔΑ, παρ’ όλο τον πόλεμο που δέχθηκε από την ακροδεξιά πτέρυγα της ΕΡΕ αλλά και τους παρακρατικούς, είχε συντελέσει στη σταδιακή αποδαιμονοποίηση της Αριστεράς στη χώρα μας, ως, επίσης, ότι ως τα μέσα της δεκαετίας του ‘60 οι φυλακές και τα ξερονήσια είχαν σχεδόν αδειάσει από στελέχη του ΚΚΕ. Απουσιάζει πάσα αναφορά στην πολιτική και πολιτιστική άνθηση της περιόδου ανάμεσα στα 1963 και 1967, η οποία θα μπορούσε να δώσει σημαντική ώθηση στη χώρα, αν δεν μεσολαβούσε το πραξικόπημα.

Από το ίδιο άρθρο απουσιάζει οποιαδήποτε αναφορά στις αρνητικές για το Παλάτι εξελίξεις, οι οποίες νομοτελειακά θα οδηγούσαν στην κατάργηση της βασιλείας είτε με χούντα είτε χωρίς αυτή. Και καμμία αναφορά δεν γίνεται στην οπισθοδρόμηση της χώρας σε πολλά πράγματα εξαιτίας αυτής της χούντας πολλώ δε μάλλον στην απουσία οποιουδήποτε επηρεασμού αυτής από τα διεθνή γεγονότα, όπως το Μάη του '68 ή τον πόλεμο του Γιόμ Κιππούρ. Οπότε επανέρχεται το ερώτημα, τι είδους εκδημοκρατισμό προκάλεσε η χούντα και γιατί προσπερνιούνται οι ζυμώσεις στην ελληνική κοινωνία της δεκαετίας του ’60 ως προϋποθέσεις για τη μετεξέλιξη αυτής και του τρόπου διαχείρισης της πολιτικής στην Ελλάδα.

Σε άλλο σημείο του αυτού άρθρου γίνεται λόγος για πλατιά αποδοχή της χούντας, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις «αντικειμενικών παρατηρητών». Σε ένα ολοκληρωτικό καθεστώς δεν υπάρχει εξ ορισμού η ελευθερία της έκφρασης και, συνεπώς, δεν υπάρχει κάποιο ασφαλές μέτρο μέτρησης του βαθμού σύμπλευσης του λαού με ένα τέτοιο καθεστώς. Ναι, προφανώς θα βρει κανείς σήμερα οπουδήποτε τιμητές της χούντας και υμνητές, που εκθειάζουν την ασφάλεια και τη βολή της επταετίας. Αλλά ένα τέτοιο κριτήριο είναι επιεικώς ρευστό διό και επισφαλές επιστημονικά, για να χρησιμοποιηθεί για την εξαγωγή συμπεράσματος περί πλατιάς αποδοχής της χούντας.

Όσο για την περιβόητη οικονομική ανάπτυξη επί χούντας, αυτή δεν ήταν τίποτα περισσότερο από τη συνέχιση των οικονομικών πολιτικών των προγενεστέρων αυτής κυβερνήσεων, τις οποίες η χούντα εφήρμοσε, συχνά με βλαπτικούς για το κράτος όρους υπέρ διαφόρων επιφανών συμπολιτών μας, αλλά, όταν ξέσπασε η πετρελαϊκή κρίση του 1973, οι πολιτικές της απεδείχθησαν ανίκανες να αντιμετωπίσουν την επελθούσα οικονομική κρίση. Κάθε χούντα επιχειρεί να δημιουργήσει ένα οικοδομικό ή αγροτικό ή οποιοδήποτε άλλο «θαύμα», για να στραφεί εκεί η προσοχή του κόσμου και την ίδια στιγμή οι ατομικές, συλλογικές και πολιτικές ελευθερίες να καταπιεστούν στο έπακρο. Αυτό δεν καθιστά το εν λόγω πολίτευμα ωφέλιμο επ’ ουδενί.

Σε άλλο σημείο του αυτού άρθρου, γίνεται λόγος για την έστω έμμεση συμβολή της χούντας στον ραγδαίο αξιακό και πολιτισμικό εκσυγχρονισμό της ελληνικής κοινωνίας. Στην πραγματικότητα, όμως, η μετάλλαξη τμήματος έστω του αστικού κομματιού της ελληνικής κοινωνίας είχε ήδη αρχίσει να λαμβάνει χώρα στα χρόνια του ’60, όταν σταδιακά άρχισαν να αμβλύνονται οι περιορισμοί του μετεμφυλιακού κράτους, και αυτή η μετάλλαξη διεκόπη απότομα μετά το πραξικόπημα, αφού οι θεμελιώδεις προϋποθέσεις της τελούσαν υπό αναστολή για ευνόητους λόγους. Όσο για τον αξιακό και πολιτισμικό εκσυγχρονισμό της ελληνικής κοινωνίας, ουκ ολίγοι πνευματικοί άνθρωποι της εποχής εκείνης έχουν περιγράψει με μελανά χρώματα την επικράτηση του κιτς και της πνευματικής υποκουλτούρας της εποχής, οπότε παρέλκει οποιαδήποτε αναφορά.

Στ’ αλήθεια τώρα, οι συνέπειες της χούντας σε κάθε επίπεδο στη χώρα μας ήταν τραγικές, εξαιτίας τους η Ελλάδα γύρισε πολλά χρόνια πίσω, μετετράπη σε παρία της Ευρώπης και αποκόπηκε από τα διεθνή ρεύματα, που επηρέασαν τις δημοκρατικές κοινωνίες της εποχής εκείνης. Ο δε δυναμισμός των πρώτων χρόνων της Μεταπολίτευσης δεν οφειλόταν στη χούντα αλλά ήταν η καθαρή συνέπεια των ελευθεριών, που πλέον ο κόσμος μπορούσε να απολαύσει ανενόχλητος άλλως η χούντα δεν υπήρξε σε καμμία περίπτωση η γενεσιουργός αιτία αυτής της έκρηξης ελευθερίας, δημιουργικότητας και πολιτικής προόδου της χώρας, η οποία μπορούσε πλέον να απολαύσει και αξιοποιήσει τις ελευθερίες της.

Επιβάλλεται για λόγους ιστορικής μνήμης να μελετηθεί η περίοδος της επταετίας, να διαφωτιστούν όλες οι πτυχές της, όποια αισθήματα και αν προκαλούν, και να χυθεί φως σε σωρεία ζητημάτων σχετιζομένων με τη χούντα, από τους διωγμούς αντιφρονούντων και τη διαφθορά σε κάθε επίπεδο έως την τραγωδία στην Κύπρο. Μια τέτοια έρευνα θα μπορούσε να οδηγήσει στη διεξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων για μια εποχή σε σημαντικό βαθμό άγνωστη σε πολύ κόσμο, ακόμα και σε όσους την έζησαν. Ένα άρθρο, όμως, που αναφέρεται στη συνδρομή της χούντας στον εκδημοκρατισμό της χώρας και την άνοδο του αξιακού και πολιτισμικού επιπέδου της, δεν βοηθάει προς αυτή την κατεύθυνση και, ακόμα χειρότερα, ωραιοποιεί, έστω και αν δεν είχε αυτή την πρόθεση, το εν λόγω πολίτευμα.