Η μεγαλύτερη απάτη της ιστορίας

Η μεγαλύτερη απάτη της ιστορίας

Για 2.5 εκατομμύρια χρόνια, οι άνθρωποι κάλυπταν τις διατροφικές τους ανάγκες μαζεύοντας φυτά και κυνηγώντας ζώα που ζούσαν και αναπαράγονταν χωρίς τη δική τους παρέμβαση. Ο χόμο ερέκτους, ο χόμο εργκάστερ και οι νεάντερταλ μάζευαν άγρια σύκα και κυνηγούσαν αγριοκάτσικα χωρίς να αποφασίζουν πού θα φύτρωναν οι συκιές, σε ποιο λιβάδι θα έβοσκε το κοπάδι ή ποιος τράγος θα ζευγάρωνε με ποια κατσίκα.

Ο χόμο σάπιενς εξαπλώθηκε από την ανατολική Αφρική στη Μέση Ανατολή, την Ευρώπη και την Ασία και, τέλος, στην Αυστραλία και στην Αμερική - όπου όμως κι αν πήγαιναν, οι σάπιενς συνέχιζαν να ζουν συλλέγοντας άγρια φυτά και κυνηγώντας άγρια ζώα. Γιατί να κάνεις οτιδήποτε άλλο αυτός ο τρόπος ζωής σου προσφέρει άφθονη τροφή και υποστηρίζει έναν πλούσιο κόσμο κοινωνικών δομών, θρησκευτικών πεποιθήσεων και πολιτικών συσχετισμών;

Όλα αυτά άλλαξαν πριν από περίπου 10.000 χρόνια, όταν οι σάπιενς άρχισαν να αφιερώνουν σχεδόν όλο το χρόνο και τις προσπάθειές τους στη χειραγώγηση της ζωής λίγων ειδών από ζώα και φυτά. Από την ανατολή μέχρι τη δύση, οι άνθρωποι έσπερναν σπόρους, πότιζαν φυτά, ξερίζωναν αγριόχορτα από το έδαφος και οδηγούσαν πρόβατα στα καλύτερα βοσκοτόπια. Αυτή η δουλειά, νόμιζαν, θα τους παρείχε περισσότερα φρούτα, σιτηρά και κρέας. Ήταν μια επανάσταση στον τρόπο με τον οποίο ζούσαν οι άνθρωποι - η Αγροτική Επανάσταση.

Η μετάβαση στη γεωργία άρχισε γύρω στο 9500-8500 π.Χ. στις λοφώδεις εκτάσεις της νοτιοανατολικής Τουρκίας, του δυτικού Ιράν και της ανατολικής Μεσογείου. Ξεκίνησε αργά και σε περιορισμένη γεωγραφική περιοχή. Το σιτάρι και η κατσίκα εξημερώθηκαν περίπου το 9000 π.Χ. τα μπιζέλια και οι φακές γύρω στο 8000 π.Χ. το ελαιόδεντρο το 5000 π.Χ.το άλογο το 4000 π.Χ. και το αμπέλι το 3500 π.Χ. Ορισμένα ζώα και φυτά, όπως οι καμήλες και τα φιστίκια κάσιους, εξημερώθηκαν ακόμα αργότερα, αλλά μέχρι το 3500, το κύριο κύμα της εξημέρωσης είχε ολοκληρωθεί. Ακόμα και σήμερα, με την προηγμένη μας τεχνολογία, πάνω από 90% των θερμίδων που τρέφουν την ανθρωπότητα προέρχονται από μια χούφτα φυτά που εξημερώθηκαν από τους προγόνους μας ανάμεσα στο 9500 και το 3500 π.Χ. - σιτάρι, ρύζι, αραβόσιτος, πατάτα, κεχρί και κριθάρι. Κανένα φυτό ή ζώο άξιο λόγου δεν έχει εξημερωθεί τα τελευταία 2.000 χρόνια. Αν το μυαλό μας συνεχίζει να είναι αυτό του τροφοσυλλέκτη, η κουζίνα μας είναι αυτή του αρχαίου αγρότη.

Οι μελετητές κάποτε πίστευαν ότι η γεωργία ξεκίνησε από ένα συγκεκριμένο σημείο της Μέσης Ανατολής και από εκεί εξαπλώθηκε σε κάθε γωνιά του κόσμου. Σήμερα, συμφωνούν ότι η γεωργία εμφανίστηκε και σε άλλα σημεία του κόσμου, όχι επειδή οι αγρότες της Μέσης Ανατολής εξήγαγαν την επανάστασή τους, αλλά εντελώς ανεξάρτητα. Οι άνθρωποι στην Κεντρική Αμερική άρχισαν να καλλιεργούν καλαμπόκι και φασόλια χωρίς να γνωρίζουν τίποτα για την καλλιέργεια σιταριού και μπιζελιών στη Μέση Ανατολή. Οι Νοτιοαμερικανοί έμαθαν να καλλιεργούν πατάτες και να εκτρέφουν λάμα, χωρίς να ξέρουν τι γινόταν στο Μεξικό ή στη Μεσόγειο. Οι πρώτοι επαναστάτες της Κίνας εξημέρωσαν το ρύζι, το κεχρί και το γουρούνι. Οι πρώτοι κηπουροί της Βόρειας Αμερικής ήταν εκείνοι που βαρέθηκαν να χτενίζουν τη χαμηλή βλάστηση αναζητώντας φαγώσιμα κολοκύθια και αποφάσισαν να καλλιεργήσουν κολοκύθες. Οι κάτοικοι της Νέας Γουινέας εξημέρωσαν το ζαχαροκάλαμο και την μπανανιά, ενώ οι πρώτοι αγρότες της δυτικής Αφρικής έκαναν το αφρικανικό κεχρί, το αφρικανικό ρύζι, το σόργο και το σιτάρι να προσαρμοστούν στις ανάγκες τους. Από αυτά τα αφετηριακά σημεία, η γεωργία εξαπλώθηκε παντού. Τον 1ο πια αιώνα μ.Χ., η συντριπτική πλειονότητα των ανθρώπων σε ολόκληρο σχεδόν τον κόσμο ήταν αγρότες.

Γιατί όμως οι αγροτικές επαναστάσεις εκδηλώθηκαν στη Μέση Ανατολή, την Κίνα και την Κεντρική Αμερική, αλλά όχι στην Αυστραλία, την Αλάσκα ή τη νότια Αφρική; Ο λόγος είναι απλός: τα περισσότερα είδη φυτών και ζώων δεν εξημερώνονται. Οι άνθρωποι μπορούσαν να βρίσκουν γευστικότατες τρούφες και να κυνηγάνε μαλλιαρά μαμούθ, αλλά δεν θα μπορούσαν ποτέ να εξημερώσουν κάποιο από τα είδη αυτά. Οι μύκητες ήταν εξαιρετικά δυσεύρετοι και τα γιγάντια κτήνη υπερβολικά άγρια. Από τα χιλιάδες είδη που κυνηγούσαν ή συνέλεγαν οι πρόγονοί μας, λίγα μόνο ήταν κατάλληλοι υποψήφιοι για καλλιέργεια ή κτηνοτροφία. Τα λίγα αυτά είδη ζούσαν σε συγκεκριμένα μέρη και σε αυτά ακριβώς τα μέρη εμφανίστηκαν οι αγροτικές επαναστάσεις.

Κάποτε οι ακαδημαϊκοί διακήρυσσαν ότι η Αγροτική Επανάσταση ήταν ένα μεγάλο άλμα για την ανθρωπότητα. Αφηγούνταν μια ιστορία προόδου με κινητήρια δύναμη την ισχύ του ανθρώπινου εγκεφάλου. Η εξέλιξη δημιουργούσε σταδιακά όλο και πιο ευφυείς ανθρώπους. Τελικά, οι άνθρωποι έγιναν τόσο έξυπνοι που μπόρεσαν να αποκρυπτογραφήσουν τα μυστικά της φύσης, κάτι που τους επέτρεψε να εξημερώσουν τα πρόβατα και να καλλιεργήσουν το σιτάρι. Μόλις έγινε αυτό, παράτησαν χαρούμενοι τη σκληρή, επικίνδυνη και συχνά σπαρτιάτικη ζωή του τροφοσυλλέκτη και εγκαταστάθηκαν σε συγκεκριμένα μέρη για να απολαύσουν την ευχάριστη, ικανοποιητική ζωή του αγρότη.

Αυτή η ιστορία είναι παραμύθι. Δεν υπάρχουν στοιχεία που να δείχνουν ότι με το πέρασμα του χρόνου οι άνθρωποι έγιναν εξυπνότεροι. Οι τροφοσυλλέκτες γνώριζαν τα μυστικά της φύσης πολύ πριν από την Αγροτική Επανάσταση, αφού ήταν απαραίτητο για την ίδια τους την επιβίωση να γνωρίζουν σε βάθος τα ζώα που κυνηγούσαν και τα φυτά που μάζευαν. Η Αγροτική Επανάσταση δεν σηματοδότησε την απαρχή μιας εποχής όπου η ζωή θα γινόταν πιο εύκολη, αλλά -αντίθετα- έκανε τη ζωή των αγροτών πιο δύσκολη και λιγότερο ευχάριστη από εκείνη των τροφοσυλλεκτών.

Οι τροφοσυλλέκτες περνούσαν το χρόνο τους με πιο ενδιαφέροντες τρόπους και με μεγαλύτερη ποικιλία, και κινδύνευαν λιγότερο από την πείνα και τις ασθένειες. Η Αγροτική Επανάσταση αύξησε, βέβαια, τη συνολική ποσότητα τροφής που βρισκόταν στη διάθεση του ανθρώπινου είδους, αλλά το επιπλέον φαγητό δεν μεταφράστηκε σε καλύτερη διατροφή ή περισσότερο ελεύθερο χρόνο. Αντίθετα, μεταφράστηκε σε πληθυσμιακές εκρήξεις και καλομαθημένες ελίτ. Ο μέσος αγρότης δούλευε πιο σκληρά από τον μέσο τροφοσυλλέκτη και είχε για αντάλλαγμα χειρότερη διατροφή. Η Αγροτική Επανάσταση ήταν η μεγαλύτερη απάτη της ιστορίας.

Ποιος ήταν υπεύθυνος; Δεν ήταν ούτε οι βασιλιάδες, ούτε οι ιερείς, ούτε οι έμποροι. Οι ένοχοι ήταν μια δράκα φυτών, όπως το σιτάρι, το ρύζι και οι πατάτες. Αυτά τα φυτά ήταν που εξημέρωσαν τον χόμο σάπιενς, και όχι το αντίθετο.

Ας σκεφτούμε για μια στιγμή την Αγροτική Επανάσταση από την πλευρά του σιταριού. Πριν από δέκα χιλιάδες χρόνια, το σιτάρι ήταν απλώς ένα αγριόχορτο, ένα από τα πολλά, περιορισμένο σε μια μικρή έκταση στη Μέση Ανατολή. Ξαφνικά, μέσα σε λίγες μόνο χιλιετίες, φύτρωνε σε ολόκληρο τον κόσμο. Σύμφωνα με τα βασικά εξελικτικά κριτήρια της επιβίωσης και της αναπαραγωγής, το σιτάρι είχε γίνει ένα από τα πιο επιτυχημένα φυτά στην ιστορία της γης. Σε περιοχές όπως οι Μεγάλες Πεδιάδες της Βόρειας Αμερικής, όπου πριν από δέκα χιλιάδες χρόνια δεν φύτρωνε ούτε ένας βλαστός, σήμερα μπορεί κανείς να διανύσει πολλές εκατοντάδες χιλιόμετρα χωρίς να συναντήσει άλλο φυτό. Σε παγκόσμιο επίπεδο, το σιτάρι καλύπτει περίπου 2,25 εκατομμύρια τετραγωνικά χιλιόμετρα της επιφάνειας της γης, σχεδόν δέκα φορές όσο είναι η Βρετανία. Πώς μπόρεσε αυτό το χόρτο από ασήμαντο να γίνει πανταχού παρόν;

Το σιτάρι τα κατάφερε επειδή χειραγώγησε τον χόμο σάπιενς προς όφελος του. Ο πίθηκος αυτός έκανε μια σχετικά άνετη ζωή κυνηγώντας και μαζεύοντας καρπούς μέχρι πριν από περίπου 10.000 χρόνια, αλλά τότε άρχισε να αφιερώνει όλο και περισσότερο χρόνο και προσπάθεια στην καλλιέργεια του σιταριού. Μέσα σε δύο χιλιετίες, οι άνθρωποι στα περισσότερα μέρη του κόσμου δεν έκαναν σχεδόν τίποτα άλλο από το πρωί ώς το βράδυ απ’ το να φροντίζουν φυτά. Δεν ήταν εύκολο. Το σιτάρι ήταν απαιτητικό. Δεν του άρεσαν τα βράχια και οι πέτρες, κι έτσι οι σάπιενς τσάκιζαν τη ράχη τους για να καθαρίζουν χωράφια. Στο σιτάρι δεν άρεσε να μοιράζεται το χώρο του, το νερό και τα θρεπτικά συστατικά του εδάφους με άλλα φυτά, κι έτσι άντρες και γυναίκες περνούσαν μέρες ολόκληρες βοτανίζοντας κάτω από τον καυτό ήλιο. Το σιτάρι αρρώσταινε, κι έτσι οι σάπιενς έπρεπε να προσέχουν για σκουλήκια και μύκητες. Το σιτάρι ήταν ανυπεράσπιστο απέναντι στους υπόλοιπους οργανισμούς που ήθελαν να το φάνε, από τα κουνέλια ώς τις ακρίδες, οπότε οι αγρότες έπρεπε να το φυλάνε και να το προστατεύουν. Το σιτάρι διψούσε, κι έτσι οι άνθρωποι κουβαλούσαν νερό από πηγές και ρυάκια για να το ποτίζουν. Η πείνα ανάγκασε τους σάπιενς να μαζεύουν ακόμα και περιττώματα ζώων για να εμπλουτίζουν το χώμα στο οποίο φύτρωνε το σιτάρι.

Το σώμα του χόμο σάπιενς δεν είχε εξελιχθεί για να κάνει τέτοιες δουλειές. Ήταν προσαρμοσμένο έτσι ώστε να μπορεί να σκαρφαλώνει σε μηλιές και να τρέχει πίσω από γαζέλες, όχι να καθαρίζει χωράφια από πέτρες και να κουβαλάει κουβάδες με νερό. Σπονδυλικές στήλες, γόνατα, αυχένες και πέλματα πλήρωσαν το τίμημα. Μελέτες σε αρχαίους σκελετούς δείχνουν ότι η μετάβαση στη γεωργία επέφερε πλήθος παθήσεων, όπως δισκοπάθεια, αρθρίτιδα και κήλες. Επιπλέον, οι νέες αγροτικές εργασίες απαιτούσαν τόσο πολύ χρόνο, που οι άνθρωποι αναγκάστηκαν να εγκατασταθούν μόνιμα δίπλα στα σταροχώραφά τους. Αυτό άλλαξε εντελώς τον τρόπο ζωής τους.

Δεν εξημερώσαμε εμείς το σιτάρι. Το σιτάρι εξημέρωσε εμάς. Τα εξημερωμένα πλάσματα τα λέμε και οικόσιτα. Ποιος μένει σε σπίτια; Το σιτάρι; Όχι- ο σάπιενς. 

Πώς κατάφερε το σιτάρι να πείσει τον χόμο σάπιενς να ανταλλάξει μια αρκετά καλή ζωή με μια ύπαρξη πιο δυστυχισμένη; Τι του έδωσε για αντάλλαγμα; Δεν του πρόσφερε καλύτερη διατροφή. Μην ξεχνάτε, οι άνθρωποι είναι παμφάγοι πίθηκοι που ζουν καλύτερα με μεγάλη ποικιλία τροφών. Τα σιτηρά αποτελούσαν ενα μικρό μόνο τμήμα του ανθρώπινου διαιτολογίου πριν από την Αγροτική Επανάσταση. Μια διατροφή που βασίζεται στα δημητριακά είναι φτωχή σε μέταλλα και βιταμίνες, είναι δύσπεπτη και κάνει πολύ κακό στα δόντια και στα ούλα.

Το σιτάρι δεν έδωσε στους ανθρώπους οικονομική ασφάλεια. Η ζωή του αγρότη είναι λιγότερο σίγουρη από αυτή του τροφοσυλλέκτη. Οι τροφοσυλλέκτες βασίζονταν σε δεκάδες είδη για την επιβίωσή τους και, επομένως, μπορούσαν να αντιμετωπίσουν δύσκολες χρονιές χωρίς να έχουν αποθέματα διατηρημένης τροφής. Αν ένα είδος έπαυε να είναι επαρκώς διαθέσιμο, μπορούσαν να μαζέψουν και να κυνηγήσουν άλλα είδη. Οι αγροτικές κοινωνίες βάσιζαν, μέχρι πολύ πρόσφατα, τον κύριο όγκο των θερμίδων που έπαιρναν σε μια ελάχιστη ποικιλία εξημερωμένων φυτών. Σε πολλές περιοχές, στηρίζονταν σε ένα μόνο βασικό είδος, όπως οι πατάτες ή το ρύζι. Αν δεν έβρεχε αρκετά ή αν εμφανίζονταν σύννεφα από ακρίδες ή αν κάποιος μύκητας μάθαινε πώς να προσβάλλει το συγκεκριμένο είδος, οι αγρότες πέθαιναν κατά χιλιάδες ή κατά εκατομμύρια.

Το σιτάρι δεν πρόσφερε ούτε ασφάλεια απέναντι στην ανθρώπινη βία. Οι πρώτοι αγρότες ήταν τουλάχιστον εξίσου βίαιοι με τους τροφοσυλλέκτες προγόνους τους, αν δεν ήταν και περισσότερο. Οι αγρότες είχαν περισσότερα πράγματα στην κατοχή τους και χρειάζονταν εδάφη για να καλλιεργούν. Η απώλεια εκτάσεων κατάλληλων για βοσκή από επιδρομές κάποιων γειτόνων μπορεί να έκανε τη διαφορά ανάμεσα στην επιβίωση και τη λιμοκτονία, οπότε δεν υπήρχε ιδιαίτερο περιθώριο για συμβιβασμούς. Όταν μια ομάδα τροφοσυλλεκτών δεχόταν ιδιαίτερη πίεση από έναν ισχυρότερο αντίπαλο, μπορούσε συνήθως να πάει κάπου αλλού. Ήταν δύσκολο και επικίνδυνο, αλλά εφικτό. Όταν ένας ισχυρός αντίπαλος απειλούσε ένα αγροτικό χωριό, η υποχώρηση σήμαινε ότι θα εγκατέλειπαν χωράφια, σπίτια και σιταποθήκες. Σε πολλές περιπτώσεις, αυτό καταδίκαζε τους πρόσφυγες σε λιμοκτονία. Επομένως, οι αγρότες συνήθως έμεναν στη θέση τους και μάχονταν μέχρι τέλους.

Πολλές ανθρωπολογικές και αρχαιολογικές μελέτες δείχνουν ότι στις απλές αγροτικές κοινωνίες χωρίς πολιτικό πλαίσιο πέρα από αυτό του χωριού και της φυλής, η ανθρώπινη βία ήταν υπεύθυνη περίπου για το 15% των θανάτων αντρών. Στη σύγχρονη Νέα Γουινέα, σε μία αγροτική κοινωνία, τους Ντάνι, η ανθρώπινη βία ευθύνεται για το 30% των θανάτων αντρών και σε μία άλλη, τους Ένγκα, για το 35%. Στο Εκουαδόρ, μέχρι και 50% των ενήλικων Ουαοράνι βρίσκουν βίαιο θάνατο στα χέρια κάποιου ανθρώπου! Με τον καιρό, η ανθρώπινη βία τέθηκε υπό έλεγχο με την ανάπτυξη ευρύτερων κοινωνικών πλαισίων - πόλεων, βασιλείων και κρατών. Αλλά χρειάστηκαν χιλιάδες χρόνια για να οικοδομηθούν τέτοιες τεράστιες και αποτελεσματικές πολιτικές δομές.

Η ζωή του χωριού σίγουρα είχε να προσφέρει κάποια άμεσα οφέλη στους πρώτους αγρότες, όπως καλύτερη προστασία από τα άγρια ζώα, τη βροχή και το κρύο. Ωστόσο, για το μέσο άτομο, τα μειονεκτήματα μάλλον ξεπερνούσαν τα πλεονεκτήματα. Αυτό δύσκολα γίνεται κατανοητό από τους ανθρώπους των σημερινών πλούσιων κοινωνιών. Καθώς απολαμβάνουμε ευημερία και ασφάλεια, και καθώς αυτή η ευημερία και η ασφάλεια στηρίζονται στα θεμέλια που έβαλε η Αγροτική Επανάσταση, υποθέτουμε ότι η Αγροτική Επανάσταση ήταν μια θαυμάσια βελτίωση. Είναι, ωστόσο, λάθος να κρίνουμε χιλιάδες χρόνια ιστορίας από τη σκοπιά του παρόντος. Μια πολύ πιο αντιπροσωπευτική οπτική γωνία είναι εκείνη ενός τρίχρονου κοριτσιού που πεθαίνει από ασιτία στην Κίνα του 1ου αιώνα, επειδή η σοδειά του πατέρα του καταστράφηκε. Θα έλεγε, άραγε, «πεθαίνω από ασιτία, αλλά σε δύο χιλιάδες χρόνια οι άνθρωποι θα ζούνε σε μεγάλα σπίτια με κλιματισμό, οπότε τα βάσανά μου είναι μια θυσία που αξίζει τον κόπο»;

Τι πρόσφερε, λοιπόν, το σιτάρι στους αγρότες, όπως εκείνο το υποσιτισμένο κορίτσι; Δεν πρόσφερε τίποτα στους ανθρώπους ως άτομα. Ωστόσο, έδωσε κάτι στον χόμο σάπιενς ως είδος. Η καλλιέργεια του σιταριού παρείχε πολύ περισσότερη τροφή ανά μονάδα εδάφους και έτσι επέτρεψε στον χόμο σάπιενς να πολλαπλασιαστεί με γεωμετρική πρόοδο. Στα 13.000 π.Χ., όταν οι άνθρωποι τρέφονταν μαζεύοντας άγρια φυτά και κυνηγώντας άγρια ζώα, η περιοχή γύρω από την όαση της Ιεριχούς στην Παλαιστίνη μπορούσε να συντηρήσει το πολύ μία περιπλανώμενη ομάδα περίπου 100 σχετικά υγιών και ικανοποιητικά τρεφόμενων ανθρώπων. Στα 8500 π.Χ., όταν τα άγρια φυτά έδωσαν τη θέση τους στα σταροχώραφα, η όαση συντηρούσε ένα μεγάλο αλλά πυκνοκατοικημένο χωριό 1.000 κατοίκων, του υπέφεραν πολύ περισσότερο από τις ασθένειες και τον υποσιτισμό.

Το νόμισμα της εξέλιξης δεν είναι η πείνα ή ο πόνος, αλλά τα αντίγραφα ελίκων DNA. Όπως ακριβώς η οικονομική επιτυχία μιας εταιρείας μετριέται μόνο από τον αριθμό δολαρίων στον τραπεζικό της λογαριασμό, όχι από την ευτυχία των υπαλλήλων της, έτσι και η εξελικτική επιτυχία ενός είδους μετριέται από τον αριθμό των αντιγράφων του DNA του. Αν δεν απομένει κανένα αντίγραφο DNA, το είδος έχει εξαφανιστεί, με τον ίδιο τρόπο που μια εταιρεία χωρίς χρήματα χρεοκοπεί. Αν ένα είδος διαθέτει πολλά αντίγραφα DNA, είναι επιτυχημένο και το είδος ακμάζει. Από αυτή τη σκοπιά, τα 1.000 αντίγραφα είναι πάντα καλύτερα από τα 100. Αυτή είναι η ουσία της Αγροτικής Επανάστασης: η ικανότητα να μένουν περισσότεροι άνθρωποι ζωντανοί υπό χειρότερες συνθήκες.

Ωστόσο, τα άτομα γιατί να ενδιαφέρονται γι’ αυτόν τον εξελικτικό λογισμό; Γιατί, άραγε, οποιοσδήποτε λογικός άνθρωπος θα υποβίβαζε το επίπεδο ζωής του μόνο και μόνο για να πολλαπλασιαστούν τα αντίγραφα του γονιδιώματος του χόμο σάπιενς; Κανένας δεν δέχτηκε αυτή τη συμφωνία: η Αγροτική Επανάσταση ήταν μια παγίδα.

****

Από το βιβλίο "Sapiens - Μια Σύντομη Ιστορία του Ανθρώπου" του Yuval Noah Harari