«Τι μου λες δηλαδή, ότι δεν υπάρχει Άγιος Βασίλης;»

31.12.2015
«Τι μου λες δηλαδή, ότι δεν υπάρχει Άγιος Βασίλης;»

«Τι θα σου φέρει, ο Άγιος Βασίλης, έλα πες μου τί του έγραψες στο γράμμα σου;»

«…Δεν υπάρχει Άγιος Βασίλης, πως μπορείς να πιστεύεις σε κάτι που δεν μοιάζει να είναι αληθινό; Ακόμα και στα δικά μας μάτια φαίνεται αφύσικο».

«Τι μου λες δηλαδή, ότι δεν υπάρχει Άγιος Βασίλης;»

Έμειναν να κοιτάζουν η μια την άλλη σιωπηλές…

Η μία δυο χρόνια πιο μεγάλη από την άλλη, φιλαράκια από τα γεννοφάσκια τους. Δεν χώριζαν ούτε στις διακοπές τους. Η μεγαλύτερη δεν πίστευε στον Άγιο, από τότε που θυμόταν τον εαυτό της. Όχι, γιατί κάτω από το δέντρο δεν υπήρχαν δώρα, υπήρχαν!

Δεν υπήρχαν όμως οι ψευδαισθήσεις, υπήρχε η ειλικρίνεια. Τώρα αυτό ήταν λάθος ή σωστό;

Δεν της άρεσαν οι μύθοι, την εξιτάραν τα γεγονότα. Πράγματα χειροπιαστά, τα μυστήρια την φόβιζαν, ακόμα και τώρα συνεχίζουν να την τρομάζουν. Δεν επέτρεπε να την κοροϊδεύουν, με φαντασίες και ονειρικά πλάσματα, δεν αγαπούσε τα ραβδιά, αυτά τα μαγικά, γιατί πίστευε στην δύναμη των χεριών της.

Τις νεράιδες τις ζωγράφιζε μόνο, σε χαρτιά με έτοιμο στάμπο, και στα φτερά δεν χρησιμοποιούσε χρυσόσκονη… Το γκλίτερ ήταν, είναι, και θα είναι, κάτι πολύ γυαλιστερό για τα δικά της, γούστα.

Γράμμα δεν του έγραψε ποτέ, ούτε του έβαλε μπισκότα με γάλα δίπλα στο τζάκι, λάτρευε όμως να κοιτά με τις ώρες την φάτνη, που ήταν στολισμένη κάτω από το δέντρο, την φάτνη της ζωής…

Δεν συνέδεσε ποτέ Χριστούγεννα και μαγεία, δεν υπήρχε μαγεία για εκείνη, μόνο πνεύμα. Τα Χριστούγεννα για εκείνη ήταν αστέρι φωτεινό, αγγελάκια, θείο βρέφος, οικογένεια, και αγάπη…

Η μικρή όμως από την μεριά της ονειρευόταν την στιγμή που ο αγαπημένος της Άγιος, θα άφηνε τα δώρα κάτω από το φορτωμένο δέντρο…

Μήνες πριν σκεφτόταν το δώρο που ήθελε να της φέρει, διάλεγε προσεκτικά το χαρτί που θα χρησιμοποιούσε, φρόντισε μάλιστα να είναι και αρωματισμένο. Λάτρευε τις νεράιδες, και τα ξωτικά, καθόταν με τις ώρες και διάβαζε ιστορίες μυστηρίου.

Το τζάκι έμενε σβηστό για να μπορέσει να κατέβει από την καμινάδα, τα φρεσκοψημένα μπισκότα ήταν εκεί στο μικρό τραπεζάκι, να τον περιμένουν, χρόνια τώρα.

Όλα τα είχε οργανωμένα, το μόνο που της διέφευγε ήταν, που δεν μπορούσε να κρατήσει τα μάτια της κλειστά.

Ήταν αδύνατον, και για όλα έφταιγε η ανυπομονησία της…

Άκουγε μέχρι και τους ταράνδους με το έλκηθρο, να προσγειώνονται στην σκεπή του σπιτιού της.

Τα χρόνια πέρασαν, μαζί τους χάθηκαν και τα χρόνια της αθωότητας, όπως και πολλές γιορτές Χριστουγέννων, και Πρωτοχρονιάς.

Και να είμαστε τώρα εδώ, με ευχές που παίρνουν, πιο γρήγορα από ότι δίνουν.

Η αγάπη και η συμπόνια φαινομενικά, φτάνουν στα ύψη, αυτές τις άγιες, υποτίθεται μέρες. Αλλά οι καρδιές μας είναι τόσο άδειες από συναισθήματα.

Γινόμαστε άνθρωποι, εμείς οι απάνθρωποι, για δέκα μέρες τον χρόνο…

Όλοι εμείς, που πιστεύουμε, άλλοι στο πνεύμα, και άλλοι στην μαγεία αυτών των ημερών, αλήθεια που κρυβόμαστε;

Κάτι τέτοιες μέρες, θα ήθελα να ήμουν και πάλι παιδί, να βρίσκομαι παρέα με την φίλη μου από τα παλιά, και να απαντήσω την ερώτηση της…

Όσο στις καρδιές μας υπάρχει αγάπη, όλα είναι πιθανά. Αρκεί να έχεις για να δώσεις…

Και να ξέρεις όλοι έχουμε έναν Άγιο Βασίλη μέσα μας, φορτωμένο με δώρα, δώστα εκεί που πρέπει…


Δικαία Μαραβέλια

Πηγή: anemosmagazine.gr