Φρανσουά Βιγιόν - «Η μπαλάντα του ευχαριστώ»

09.01.2016
Φρανσουά Βιγιόν - «Η μπαλάντα του ευχαριστώ»

Σε κάθε ιερωμένο ή καλογριά,

Σε φρόνιμους και σε παραλυμένους,

Σε ζητιάνους, τεμπέλικα κορμιά,

Σε ρουφιάνους,

σε πόρνες που σφιγμένους μπούστους φορούν και φούστες,

σε σβησμένους κορτάκηδες από έρωτα καημό,

με φίνες στενές μπότες ποδεμένους,

Σε όλον τον κόσμο κράζω ευχαριστώ.

Σε κορίτσια που δείχνουν τα βυζιά
για να έχουν πιο πολλούς προσκαλεσμένους,

Σε χήρες και κοπέλες για παντρειά,
Σε θεατρίνους και σε μασκαρεμένους παλιάτσους,

Σε ξενύχτες μεθυσμένους.

Σε αγύρτες που δετές από το λαιμό σέρνουν μαιμούδες,

Σε χρεοκοπημένους.

Σε όλον τον κόσμο κράζω ευχαριστώ.

Οξ’ από κείνα τα άτιμα σκυλιά,
που με έκαναν να φάω μουχλιασμένα ψωμιά
και να πιώ βρώμικα νερά..

-που τ’ άντερά μου είν’ απ’ αυτά αργασμένα-
Με πορδές θε να τα ‘χα φιλεμένα,

Τώρα όμως κάθουμαι και δεν μπορώ.

Δυνατά, μη μαλώσω με κανένα,

Σ’ όλον τον κόσμο κράζω ευχαριστώ.

Ας τους λιανίσουν τα πλευρά,

ένα-ένα,

Μ’ ένα μεγάλον κόπανο γερό

Ή με ματσούκια σιδεροδεμένα.

Σ’ όλον τον κόσμο κράζω ευχαριστώ.

 

 

Η Μπαλάντα του Ευχαριστώ, Φρανσουά Βιγιόν 1431-1463

 

Πηγή: ithaque.gr

O Φρανσουά Βιγιόν (François Villon, 1431 - εξαφανίστηκε το 1463) ήταν Γάλλος ποιητής του Μεσαίωνα, ο κατά Ρεμπώ γενάρχης των «καταραμένων ποιητών».

Όλα στη ζωή του είναι υπό την σκιάν του πιθανού και της αβεβαιότητας. Γεννήθηκε περί το 1431 και το πραγματικό του όνομα ήταν François de Montcorbier ή François Des Loges ή κάποιο άλλο. Ορφάνεψε μικρός από πατέρα και τον πήρε υπό την προστασίαν του ο (θείος του ;) εφημέριος Γκυγιώμ ντε Βιγιόν. Το 1452 απονεμήθηκε από το Πανεπιστήμιο των Παρισίων στον Φρανσουά Βιγιόν ο τίτλος του Maître ès arts.

To 1455 μαχαίρωσε θανάσιμα ένα κληρικό, εξορίστηκε από το Παρίσι, αλλά στις αρχές του 1456 πήρε βασιλική χάρη. Πριν όμως τελειώσει η χρονιά πήρε μέρος στην διάρρηξη ενός κολεγίου και υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει και πάλι το Παρίσι.

Εκείνο τον καιρό έγραψε το ποίημα Κληροδοσιά που ονομάστηκε αργότερα Μικρή Διαθήκη. Κληροδοτεί μ’ αυτό, σαρκάζοντας, τα μαλλιά του στον κουρέα του, μερικές δεκάρες σε τοκογλύφους και στον γραμματέα του κακουργιοδικείου το ενεχειριασμένο σπαθί του.

Τον βρίσκουμε μετά στο Μπλουά, στην αυλή του ομότεχνού του (στην ποίηση) Κάρολου δούκα της Ορλεάνης. Κλείνεται στην φυλακή για νέα παραπτώματα αλλά τον Δεκέμβριο το 1457 αμνηστεύεται επ´ ευκαιρία της γέννησης της κόρης του δούκα. Παίρνει μάλιστα μέρος και σε ποιητικό διαγωνισμό που αθλοθέτησε ο δούκας με την μπαλάντα του Πλάι στη βρύση πεθαίνω διψασμένος.

Περιπλανήθηκε ύστερα και όλο το καλοκαίρι του 1461 το πέρασε κλεισμένος σε φυλακή στον Λίγηρα με διαταγή του επισκόπου της Ορλεάνης. Απελευθερώθηκε τον Οκτώβριο με την ευκαιρία της διέλευσης από την περιοχή του Λουδοβίκου ΙΑ΄. Τότε έγραψε το μεγαλύτερο έργο του την Μεγάλη Διαθήκη. Εκφράζει τον αποτροπιασμό του για τις δυστυχίες της ζωής, την αρρώστια, τη φυλακή, τα γηρατειά και τον θάνατο, θυμάται τα καπηλειά, τους αμφίβολους φίλους και τις πόρνες που συναναστράφηκε, με τόνους πολύ πιο δηκτικούς απ’ ότι στο προηγούμενο έργο του.

Το 1462 κλείνεται και πάλι φυλακή στο Παρίσι για ληστεία. Αφήνεται ελεύθερος αλλά τον επόμενο χρόνο συλλαμβάνεται και πάλι για συμμετοχή σε συμπλοκή κι αυτή τη φορά καταδικάζεται «να κρεμαστεί και να στραγγαλιστεί». Στην φυλακή γράφει την περίφημη Μπαλάντα των κρεμασμένων και το σατιρικό τετράστιχο Είμαι ο Φρανσουά, πολύ τούτη η έγνοια με ταράζει... Στις 5 Ιανουαρίου του 1463 το Παρλαμέντο του Παρισιού μετατρέπει την ποινή του σε δεκαετή εξορία από το Παρίσι. Από το σημείο αυτό και ύστερα χάνονται τα ίχνη του.

O Βιγιόν ήταν ένας λόγιος που έκανε ζωή αλήτη. Αλλά αυτή η ζωή -οι περιπέτειες, οι φυλακές και ο μόνιμος τρόμος της τιμωρίας- του έδωσε την έμπνευση της συγκλονιστικής πολλές φορές ποίησής του.