Αν οι αγελάδες έβλεπαν ταινίες φρίκης, όλοι ξέρουμε ποιο θα ήταν το αγαπημένο τους τέρας

18.01.2017
Αν οι αγελάδες έβλεπαν ταινίες φρίκης, όλοι ξέρουμε ποιο θα ήταν το αγαπημένο τους τέρας

Φανταστείτε μεσάνυχτα Παρασκευής κάτω στη φάρμα, και οι Γκέρνσεϊ και οι Άνγκους είναι μαζεμένοι γύρω από την τηλεόραση του στάβλου παρακολουθώντας μαγεμένοι την επανάληψη του κλασικού αγελαδοθρίλερ, Με τα Μαστάρια Ανάποδα, όταν ξαφνικά τα φώτα τρεμοσβήνουν, ακούγεται μουσική από εκκλησιαστικό όργανο και μπαίνει στη σκηνή ένας φουσκωμένος, αγγελικός ογδοντάρης με επαγγελματικό κοστούμι κραδαίνοντας έναν μπαλτά και φορώντας ένα μαγικό δαχτυλίδι με συμβολικές χρυσές αψίδες πάνω, κι ένα τρομοκρατημένο μουγκάνισμα υψώνεται από το κοπάδι και ακολουθεί μεγάλη τρεμούλα μασταριών και ουρών.

Εκείνη τη στιγμή, ένας μικρός ταύρος στο πίσω μέρος ακούγεται να ρωτά, «Μαμά, τις Απόκριες μπορώ να ντυθώ Ρέι Κροκ;»

Για τις αγελάδες, ο Ρέι Κροκ είναι ο Φρανκενστάιν των φραντσάιζ, ο Χίτλερ της αγελαδογενοκτονίας, ένας δαίμονας που έχει στείλει γύρω στους 550.000 συγγενείς τους στη μηχανή του κιμά, χαμογελώντας και παρακινώντας τους μπράβους του με το μακάβριο σύνθημα, «Μην ξεχνάτε, είκοσι μπιφτέκια στο κιλό!»

Δεν είναι παρήγορο για τις αγελάδες το γεγονός ότι ο Κροκ έχει καταδικάσει επίσης πενήντα εκατομμύρια αγγούρια να γίνουν πίκλες ψιλοκομμένες ή ότι έχει βράσει πάνω από μισό δισεκατομμύριο πατάτες σε λάδι. Όπως φαίνεται, αυτό δεν ενοχλεί τις πατάτες και τα αγγούρια. Λένε ότι τους αρέσει να περνούν επεξεργασία. Τη θεωρούν χειραφέτηση. 

Οι βοτανολόγοι, ιδιαίτερα αν είναι καθολικοί, μπορεί να υποστηρίξουν ότι τα αγγούρια, αφού στην πραγματικότητα είναι οι ωοθήκες της αγγουριάς, μπορούν να βρουν εκπλήρωση μόνο μέσα από την αναπαραγωγή, αλλά η αλήθεια είναι ότι πολλά από αυτά τα λαχανικά έχουν βαρεθεί πια να τα θεωρούν σεξουαλικά αντικείμενα και εργοστάσια παραγωγής μωρών. Θέλουν να ξεφύγουν από το καλούπι, να ταξιδέψουν και να γνωρίσουν τον κόσμο και να τα εκτιμήσουν για τη δική τους αξία και μόνο. Και ο Κροκ τους δίνει αυτή την ευκαιρία. Αν οι πίκλες φορούσαν σανδάλια, ο Ρέι Κροκ θα ήταν ο Μωυσής. Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία. 

Το κατά πόσο θα επιλέξει κανείς να θρηνήσει μαζί με τα κρεατικά ή να πανηγυρίσει μαζί με τα λαχανικά είναι μια θρησκευτική απόφαση καθαρά προσωπική στην οποία δεν χωρούν εξωτερικές παρεμβάσεις. Το θέμα εδώ δεν είναι αν ο Κροκ έχει ξεκληρίσει μια σημαντική ποσότητα χλωρίδας και πανίδας, ούτε αν έχει γίνει τρομακτικά πλούσιος με αυτό τον τρόπο, αλλά ότι ο τρόπος με τον οποίο εμπορεύεται τα υπολείμματα των θυμάτων του έχει μεταμορφώσει τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. 

Ο Κροκ, φυσικά, είναι ο άνθρωπος που κρύβεται πίσω από τα Μακντόναλντς. Ήταν ένας μεσόκοπος πωλητής μηχανών του μιλκ-σέικ στο Σικάγο, όταν το 1954 πήγε να δει κάποιους πελάτες του στο Σαν Μπερναντίνο και είδε το μέλλον. Το όνομά του ήταν φαστ-φουντ. 

Απορημένος πώς ένα μικρό ντράιβ-ιν στην Καλιφόρνια κατάφερνε να χρησιμοποιεί οχτώ από τα Μούλτι-μίξερ του ταυτόχρονα, ο Κροκ πήγε να κάνει επιτόπια έρευνα και βρήκε ένα εστιατόριο απογυμνωμένο στο ελάχιστο δυνατό από σέρβις και μενού, ένα εργαστήριο ακριβείας που παρήγαγε τηγανητές πατάτες, αναψυκτικά και χάμπουργκερ των δεκαπέντε σεντς σε εργοστασιακή γραμμή παραγωγής. Το εστιατόριο αυτό, με την επωνυμία Μακ και Ντικ, δημιούργημα των αδελφών Μακντόναλντ, συνδύαζε ταχύτητα, απλότητα και «βρωσιμότητα» σε βαθμό που έφερε ίλιγγο στον Κροκ, ιδιαίτερα όταν τα δυο αδέλφια συμφώνησαν αμέσως να του πουλήσουν τα δικαιώματα για δημιουργία παρόμοιων εστιατορίων σε όλη τη χώρα. Ήταν λες και ο Χένρι Φορντ παντρεύτηκε τη Μηλόπιτα της Μαμάς και υιοθέτησαν τον Ρέι σαν γιο και κληρονόμο τους. 

Ο Μακ και ο Ντικ Μακντόναλντ δεν ήταν ποτέ ιδιαίτερα φιλόδοξοι και έτσι περισσότερο τον εμπόδισαν παρά τον βοήθησαν. Ο Κροκ όμως, ένας δραστήριος οραματιστής, έχτισε μια αυτοκρατορία 7,8 δισεκατομμυρίων δολαρίων αποτελούμενη από 7.400 ντράιβ-ιν, και κάπου σε αυτή την πορεία έδωσε στο διπλό χάμπουργκερ Μπιγκ Μακ το όνομα ενός από τους αδελφούς. (Αφού τα Μακντόναλντς είναι «οικογενειακά» εστιατόρια, εύκολα καταλαβαίνει κανείς γιατί δεν έδωσε το όνομα του άλλου αδελφού. Η λέξη «Ντικ» σημαίνει και «πέος»...) 

Η σύγχρονη Αμερική κυριαρχείται -περιβαλλοντικά, πολιτισμικά και ψυχολογικά- από δρόμους ταχείας κυκλοφορίας, και τα Μακντόναλντς και οι μιμητές τους (Εμπρός, Μπέργκερ Κινγκ! Εμπρός, Γουέντις! Εμπρός, Τζακ ιν δε Μποξ!) καλλιέργησαν την κουλτούρα των αυτοκινητοδρόμων και της επέτρεψαν να ανθίσει. Στο παρελθόν, οι πεινασμένοι αυτοκινητιστές μπορούσαν να κοιτάξουν μέσα από τα παρμπρίζ τους και να διαλέξουν από μια λαμπρή ατέλειωτη σειρά από εστιατόρια και μπάρμπεκιου που υπήρχαν κατά μήκος του δρόμου. Όμως, μια τέτοια παράταξη από ατραξιόν αναιρούσε το σκοπό ενός ταχυαυτοκινητόδρομου, και το ίδιο ισχύει για το χρόνο και τον κόπο του οδηγού αν ήταν υποχρεωμένος να βγει από την οδική αρτηρία στην τύχη και να ψάξει σε μια άγνωστη γειτονιά για ένα άγνωστο εστιατόριο που να ταιριάζει με το πρόγραμμά του, το πορτοφόλι του και το γούστο του. 

Χάρη στον Κροκ, οι μεταναστεύουσες μάζες απλώς σημαδεύουν με τα πεταχτά στομάχια τους τις χαρακτηριστικές αψίδες, λεπτόγραμμες στη μορφή και χαρούμενες στο χρώμα τους, και μέχρι να έρθει το πρώτο ρέψιμο βρίσκονται πάλι πίσω στο δρόμο, γρήγορα ταϊσμένοι και σχεδόν γαλήνιοι, πράγμα που συγκεκριμένα σημαίνει ότι: δεν τους έκλεψε ο ταμίας, δεν τους πρόσβαλε ο μετρ, 

Και αυτό είναι η μύγα μες στο γάλα του Εγκ ΜακΜάφιν. Ή μάλλον, η μύγα είναι ότι δεν υπάρχει ποτέ μύγα σ' ένα Εγκ ΜακΜάφιν. Το ανθρώπινο πνεύμα χρειάζεται έκπληξη, ποικιλία και ρίσκο για να διευρυνθεί. Η φαντασία τρέφεται με την πρωτοτυπία. Όσο ατροφεί η φαντασία, οι εναλλακτικές δυνατότητες μειώνονται. Όσο λιγότερες είναι οι δυνατότητες μας, τόσο πιο ζοφερές γίνονται οι προοπτικές και τόσο μεγαλύτερη η επιδεκτικότητά μας στον έλεγχο. Το πάντρεμα της υψηλής τεχνολογίας και της εστίασης έχει δημιουργήσει μια ρομποτική κουζίνα, ένα ολοκληρωτικό χάμπουργκερ, την τυποποιημένη τροφή ενός Γενναίου Καινούργιου Κόσμου. 

Τα Μακντόναλντς όχι μόνο μαγειρεύουν με κομπιούτερ ώστε κάθε μικροσκοπική τηγανητή πατάτα να είναι πανομοιότυπη στο χρώμα, την υφή και τη θερμοκρασία, αλλά έχει και «ειδικά σχεδιασμένες συσκευές διανομής» ώστε το Μπιγκ Μακ που μπορεί να φάτε σήμερα στο Σιάτλ να έχει «ειδικές σάλτσες» ακριβώς στην ίδια ποσότητα που τις είχε και ο ξάδελφος του που καταβροχθίσατε τον προηγούμενο μήνα κοντά στο Ντιτρόιτ. Αν αυτή η ακραία ομοιομορφία δεν ενεργοποιεί τους συναγερμούς σας, έχετε μισομετακομίσει ήδη στη μυρμηγκοφωλιά του Σκίνερ. 

Παρ' όλα αυτά, δεν παύουμε να ζούμε σε μια πλουραλιστική κοινωνία, όπου κατά πάσα πιθανότητα υπάρχουν αρκετά μαθήματα γαλλικής μαγειρικής και αρκετά μεξικάνικα μπαρ σούσι για να ικανοποιήσουν τον καλλιεργημένο ουρανίσκο και τη γλώσσα που διψά για περιπέτεια. Επί πλέον έχουν αρχίσει να εξαπλώνονται αλυσίδες χάμπουργκερ «γκουρμέ», όπως η Ρεντ Ρόμπιν και η Χάμπουργκερ Χάμλετ. 

Τι σημασία έχει, λοιπόν, αν η δημοκρατία τείνει να προάγει τη μετριότητα και τα Μακντόναλντς αντιπροσωπεύουν τη μετριότητα στο ζενίθ της, στην υπέρτατη μορφή της; Τα φαστ-φουντάδικα ταιριάζουν απόλυτα στην Αμερική, σ' έναν πληθυσμό που βρίσκεται σε συνεχή κίνηση· σ' έναν ευμετάβλητο, άτυπο λαό, απαλλαγμένο από εκζητήσεις και από την παράδοση· μια γλυκά άξεστη φυλή που υπονομεύεται από την ίδια της τη χυδαία αφέλεια αντί από τον ασιατικό στωικισμό ή από το ευρωπαϊκό ανγκστ. Σήμερα υπάρχουν Μακντόναλντς στο Τόκιο και στη Βιέννη, αλλά δεν ταιριάζουν στο περιβάλλον και δεν θα ταιριάξουν ποτέ. Εδώ αποτελούν την καρδιά του πράγματος, μινιμαλιστικές κουζίνες μιας κουλτούρας χωρίς τάξεις που δεν έχει χρόνο για καθυστερήσεις στο δρόμο της ως την άκρη του επόμενου ουράνιου τόξου. 

Όταν έχουμε να κυνηγήσουμε όνειρα, να απολαύσουμε πιο πράσινα λιβάδια, να προλάβουμε προθεσμίες, να κάνουμε τεστ, να ψωνίσουμε σε εμπορικά κέντρα, να δούμε ματς, να παρακολουθήσουμε τηλεοπτικές εκπομπές ή να αποφύγουμε άδεια μοναχικά διαμερίσματα, ανεφοδιαζόμαστε εν πτήσει. Οι αλυσίδες όπως τα Μακντόναλντς κάνουν τον ανεφοδιασμό εύκολο, αν και μπανάλ. 

Ο Κολόμβος ανακάλυψε την Αμερική, ο Τζέφερσον την επινόησε, ο Λίνκολν την ένωσε, ο Γκόλντουιν τη μυθοποίησε και ο Κροκ την μακντοναλντοποίησε. Η κυρίαρχη ατμόσφαιρα αυτής της χώρας θα μπορούσε να έχει δημιουργηθεί από έναν παντογνώστη κομπιούτερ, από ένα ακατανίκητο νέο οπλικό σύστημα, από μια πολιτική επανάσταση, ένα καλλιτεχνικό κίνημα ή ένα γονιδιο-αλλοιωτικό φάρμακο. Δεν είναι υπέροχο που τελικά δημιουργήθηκε από ένα χάμπουργκερ; 

Γιατί το χάμπουργκερ είναι ζεστό και αρωματικό και ζουμερό. Το χάμπουργκερ είναι μαλακό και μη απειλητικό. Αντιπροσωπεύει την ίδια την Μεγάλη Μητέρα, εκείνη που μας θρέφει από την αρχή. 

Ένα χάμπουργκερ είναι μια εικόνα διαστρωματωμένων κύκλων, και ο κύκλος είναι ταυτόχρονα το πιο πνευματικό και το πιο αισθησιακό από όλα τα σχήματα. Ένα χάμπουργκερ είναι κοινωνικό και αμυδρά ερωτικό: η ρόγα της Θεάς, η αφθονία του ομφαλού της Εύας. Είσαι αυτό που νομίζεις ότι τρως. 

Και κυρίως, ένα χάμπουργκερ δεν παίρνει στα σοβαρά τον εαυτό του. Έτσι, ενσαρκώνει εκείνη τη γενναιόδωρη αίσθηση του χιούμορ που επιμένει να υπάρχει στην Αμερική ακόμη και την ώρα που το μπέικον μας καίγεται και τα κουλουράκια μας θρυμματίζονται. Τα Μακντόναλντς έχουν σερβίρει σαράντα πέντε δισεκατομμύρια χάμπουργκερ, και όλα, από το πρώτο μέχρι το τελευταίο, είχαν ένα χαμόγελο στο πρόσωπο τους. 

Έτσι, δώστε χάρη στον Ρέι Κροκ για τα εγκλήματά του σε βάρος των αγελάδων, αναστείλτε την ποινή του για την ενέδρα που έστησε στην ατομικότητά μας στη Χαράδρα της Τυποποίησης, δώστε εντολή να εκτελέσει όχι πάνω από, ας πούμε, πενήντα χιλιάδες ώρες κοινοτικής υπηρεσίας επειδή μας μετέτρεψε σε μια παπίσια στρουμπουλή χοντροκώλα φυλή. Ναι, μας άλλαξε τις συνήθειες, αναμφισβήτητα προς το χειρότερο, αλλά ένας άνθρωπος που μπορεί να πει για τον εαυτό του, όπως είπε ο Κροκ, ότι «χρειάζεται ένα ορισμένο είδος ανθρώπου για να δει την ομορφιά που έχει ένα ψωμάκι του χάμπουργκερ», είναι ένας άνθρωπος που δεν μασάει.

Esquire, 1983

 

TOM ΡΟΜΠΙΝΣ - ΑΓΡΙΟΠΑΠΙΕΣ ΠΕΤΟΥΝ ΑΝΑΣΤΡΟΦΑ